Ο Ντέιβιντ Ουώτκιν αναλύει εδώ την εξέλιξη των αρχιτεκτονικών μορφών από την αρχαιότητα έως σήμερα. Διατρέχοντας τρεις χιλιετίες αρχιτεκτονικής δημιουργίας, εξιστορεί την εμφάνιση και την εξέλιξη των διάφορων ρυθμών και τεχνοτροπιών και επισημαίνει τις τομές, αλλά και τα στοιχεία συνέχειας. Η περιγραφή των πιο αξιομνημόνευτων κτιρίων και μνημείων της δυτικής αρχιτεκτονικής κληρονομιάς συνδυάζεται με την ανάλυση των αισθητικών αντιλήψεων και των προτύπων που επικρατούσαν στις αντίστοιχες περιόδους. Ανιχνεύονται επίσης οι ποικίλες επιδράσεις που διασταυρώνονται και συντείνουν στη διαμόρφωση τάσεων και σχολών. Ο σχεδιασμός και η κατασκευή των κτιρίων και η οικοδόμηση των πόλεων εγγράφονται στο ευρύτερο ιστορικό και πολιτισμικό τους πλαίσιο και ερμηνεύονται σε συνάρτηση με τις γενικότερες κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες, χωρίς ωστόσο να παραγνωρίζεται και ο καίριος ρόλος του ατόμου ως σχεδιαστή και ως πάτρωνα.
Το νοσοκομείο στις διασταυρώσεις της αρχιτεκτονικής με την ιατρική
Η μελέτη του Κωνσταντίνου Ξανθόπουλου συνοψίζει την εξελικτική διαδρομή του «μοντέρνου» νοσοκομείου ανάμεσα στη στασιμότητα και την πρόοδο, το στερεότυπο και το νεωτερικό. Επιχειρεί ειδικότερα να ανοίξει ένα κεφάλαιο για την προτακτική σημασία της αρχιτεκτονικής, ειδικά εκεί όπου το νοσοκομείο συνδυάζεται εποικοδομητικά με τις ιδέες και τις πράξεις που αναδεικνύουν τη λειτουργική του αυταξία και την κοινωνική του συνεισφορά: στις εκάστοτε δηλαδή διασταυρώσεις της αρχιτεκτονικής με την ιατρική.
Το Αϊβαλί και η Μικρασιατική Αιολίδα υπήρξε έργο ζωής για τον αρχιτέκτονα Δημητρό Ε. Ψαρρό, ο οποίος ασχολήθηκε με την έρευνα και τη συγγραφή του από το 1969 έως το θάνατό του, το 2008. Πρόκειται για μια αρχιτεκτονική και πολεοδομική μελέτη που επιχειρεί να ανασυστήσει αυτή τη μοναδική από δημογραφική άποψη πολιτεία της μικρασιατικής Αιολίδας, της οποίας ο πληθυσμός μέχρι το 1922 ήταν αμιγώς ελληνικός. Η έρευνα του Ψαρρού, σύμφωνα με τα λόγια του ίδιου, «αποκαλύπτει βήμα βήμα τις φάσεις ανάπτυξης της πολιτείας και της γύρω περιοχής, αξιοποιώντας πληροφορίες που αναζητήθηκαν τόσο σε γραπτές ιστορικές πηγές όσο και σε προφορικές μαρτυρίες». Το βιβλίο παρουσιάζει «σε σχέδια και φωτογραφίες, τον κτιριακό της πλούτο, σε μια προσπάθεια να διασώσει, έστω και μόνο σε εικόνες, κάποια σημάδια στο χώρο που ήδη έχουν χαθεί ή που πρόκειται να εξαφανιστούν σύντομα».
Η συνάφεια της πολεοδομίας με την ουτοπία έχει ήδη επισημανθεί και σχολιαστεί από έγκριτους μελετητές. Στη μελέτη αυτή επιχειρείται μια συστηματικότερη και πολύπλευρη διερεύνηση αυτής της συνάφειας προκειμένου να αναδειχθούν τα κοινά θεμελιακά γνωρίσματα που χαρακτηρίζουν διαχρονικά τον κοινωνικό ουτοπισμό και τον πολεοδομικό σχεδιασμό, πέρα από τις πρόδηλες αναλογίες τους, για τις οποίες γίνεται λόγος στην εισαγωγή.
Στοιχεία για τη νεότερη ελληνική αρχιτεκτονική. Πάτροκλος Καραντινός
Το βιβλίο αυτό αναπτύσσεται σε διττό άξονα. Πρώτα πρώτα διερευνά τη ζωή και το έργο του Πάτροκλου Καραντινού, ενός από τους σημαντικότερους Έλληνες αρχιτέκτονες μεταξύ της τρίτης και της έβδομης δεκαετίας του 20ού αιώνα. […] Η παρούσα εργασία, αποτέλεσμα πολυετούς έρευνας, επιδιώκει να εξαντλήσει κάθε δυνατότητα κατανόησης του περιεχομένου της σχεδιαστικής έρευνας, αλλά και του οράματος του Κεφαλλήνιου δημιουργού για τον κοινωνικό ρόλο της αρχιτεκτονικής. Παράλληλα ωστόσο αναπτύσσεται εδώ μια άλλη αφήγηση, ένα είδος ιστορίας της αρχιτεκτονικής κουλτούρας στην Ελλάδα από τις αρχές του 20ού αιώνα ως τη δεκαετία του ’70.
Τι είναι αυτό που κάνει να έχουν μεταξύ τους τόση συνάφεια τα γκρεμισμένα μέλη ενός αρχαίου ναού ή θεάτρου; Παρά την καταστροφή που έχει επέλθει, εξακολουθούν να συνδέονται από μια ιδεατή γραμμή, που είναι τόσο ισχυρή ώστε η φθορά πολύ δύσκολα μπορεί να την εξαφανίσει. Πάνω της μπορείς να ανασυνθέσεις αυτά τα απομεινάρια, όσο λίγα και αν είναι, και να συλλάβεις με τη φαντασία σου το όλο από το οποίο προέρχονται. Αυτός ο άυλος συνεκτικός ιστός είναι το ίχνος της συνθετικής δομής· μια απολύτως ειδική ακολουθία σημείων, και ταυτόχρονα κύριος συνθετικός κανόνας. Διατρέχει το αρχιτεκτόνημα απ’ άκρου εις άκρον και σφραγίζει την ταυτότητά του, από τη γέννηση ως το θάνατό του· ακόμα και μετά από αυτόν. Το περπάτημα με το νου πάνω στα σημάδια αυτού του ίχνους οδήγησε σε σκέψεις πολύ γενικότερες για την αρχιτεκτονική και τη διδασκαλία της.
Το κείμενο αυτό του Πιέτρο Μαρία Μπάρντι (1900–1999) με πρωτότυπο τίτλο «Cronaca di viaggio» («Χρονικό ενός ταξιδιού») δημοσιεύτηκε στο ιταλικό περιοδικό Quadrante τον Σεπτέμβριο του 1933. Ο Μπάρντι περιγράφει τις εργασίες και γενικότερα αφηγείται την ελληνική εμπειρία των μελών του 4ου Διεθνούς Συνεδρίου Μοντέρνας Αρχιτεκτονικής (Congres internationaux d’architecture moderne – CIAM) το 1933 στην Αθήνα. Επιφανής δημοσιογράφος και διανοούμενος, σημαντικός συλλέκτης έργων τέχνης, κριτικός τέχνης και πολιτισμικός ακτιβιστής, ο Μπάρντι συνδεόταν οργανικά με τον ιταλικό φασισμό και ταυτόχρονα με τη μοντέρνα ιταλική αρχιτεκτονική. […] Το κείμενο του Μπάρντι για το ελληνικό 4ο Συνέδριο έχει την αμεσότητα της δημοσιογραφικής ανταπόκρισης. Όπως σημειώνει στην εισαγωγή του ο Ανδρέας Γιακουμακάτος, «πρόκειται για ένα κείμενο αποκαλυπτικό και αξιόπιστο, με σωστές πληροφορίες και ανάγλυφες, γοητευτικές περιγραφές τόπων και ανθρώπων, ένα αυθεντικό “περιηγητικό κείμενο” για την Ελλάδα του 1933».
Αφότου πρωτοεκδόθηκε, το 1951, η σημαντική αυτή διάλεξη του Έρβιν Πανόφσκυ δεν έχει σταματήσει να αποτελεί αντικείμενο έντονων συζητήσεων που υπερβαίνουν το πεδίο της ιστορίας της τέχνης και εκτείνονται γενικότερα στο χώρο της διανόησης. Τυπικό παράδειγμα εφαρμογής της εικονολογικής θεωρίας που ανέπτυξε ο ίδιος ο Πανόφσκυ, η μελέτη αυτή δεν επιχειρεί να ερμηνεύσει απλώς ένα καλλιτεχνικό στιλ, αλλά να φέρει στο φως αυτό που ο ίδιος αποκαλούσε «εγγενή σημασία ή εγγενές περιεχόμενο» του συνολικότερου πολιτισμικού φαινομένου της γοτθικής αρχιτεκτονικής, τη σχέση του δηλαδή με τις βαθύτερες, ενδεχομένως ασυνείδητες, οπωσδήποτε όμως θεμελιώδεις πνευματικές τάσεις της εποχής και του περιβάλλοντος που το γέννησαν.
Τα Κείμενα του Δημήτρη Πικιώνη (1887–1968), συγκεντρωμένα και επεξεργασμένα από την κόρη του Αγνή Πικιώνη και τον συνεργάτη της Μιχάλη Παρούση, αποκαλύπτουν στο κοινό μια σχετικά άγνωστη πλευρά του μεγάλου αρχιτέκτονα. Πλάι στο αρχιτεκτονικό και ζωγραφικό του έργο, ο Πικιώνης καταγράφει από το 1918 ως το θάνατό του το μακρύ ταξίδι του προς την «εσώτερη αλήθεια». Τα γραπτά του Τα γραπτά του —αισθητικά, αυτοβιογραφικά, επιστολές, πεζά ποιήματα, μελέτες για την παράδοση και τη λαϊκή τέχνη— αποτυπώνουν μια σκέψη που εκφράστηκε κυρίως με πλαστικά σχήματα και μορφές. Η πρακτική ενασχόληση του Πικιώνη με την Αρχιτεκτονική και την Τέχνη απηχεί την έμμονη αναζήτηση των Μεγάλων Ουσιών. Γι’ αυτόν η τέχνη είναι θρησκευτική πράξη ευλάβειας και λατρείας προς τη φύση, και ιδεατό τέρμα της αρχιτεκτονικής είναι η πλήρωση ενός ρυθμού-συμβόλου.
Μεσαιωνικοί ναοί της Αθήνας από σωζόμενα σχέδια του Paul Durand
Στο έργο Μεσαιωνικοί ναοί της Αθήνας από σωζόμενα σχέδια και σημειώσεις του Paul Durand η συγγραφέας παρουσιάζει μια σειρά από αυτόγραφα και ανέκδοτα σχέδια των αθηναϊκών ναών του Paul Durand. Τα σχέδια αυτά καλύπτουν μια περίοδο κατασκευής βυζαντινών μνημείων χιλίων περίπου ετών και συνοδεύονται από σύντομα σχόλια και μια συνοπτική βιογραφία του λόγιου περιηγητή.