Ο Τύραννος του Γκρήμπλατ διαβάζεται απνευστί. Είναι βιβλίο παθιασμένο και κάπως εμμονικό ― γράφτηκε με το μυαλό στον Τραμπ και είναι γεμάτο ιδιοφυείς «μπηχτές», αλλά τι ύφος είναι αυτό! Η ανατομία του ψυχισμού και των πράξεων ενός τυράννου αναφαίνεται σα να χειρουργούν αυτοπροσώπως την αρρώστια μπροστά στα μάτια σου. Υπό ανελέητο φως. Δεν έχει ασφαλώς το μεγαλειώδες μέγεθος της «Παρεγκλίσεως», αλλά περνάς καταπληκτικά κωπηλατώντας στα ποτάμια αίματος του Ριχάρδου, του Μακμπέθ, του Κοριολανού ― τις προδοσίες, τους τυφλούς θυμούς, την αγωνία και την ολική μοναξιά των ύπατων δολοφόνων.
Το κορυφαίο τέχνασμα του βιβλίου είναι ότι δεν αναφέρεται ούτε μια φορά το όνομα που προκάλεσε τη συγγραφή του- ο Τραμπ. Είναι μια αποσιώπηση που προκαλεί, φυσικά, μεγάλη ένταση. Και είναι κλείσιμο ματιού, επίσης, στον Σαίξπηρ που έκρινε τους ισχυρούς της εποχής του, μιλώντας για ιστορικές μορφές του παρελθόντος, ποτέ ευθέως.
Το τέχνασμα λειτουργεί. Και δίνει στο βιβλίο μεγαλύτερο διασκελισμό. Το διαβάζεις και σκέφτεσαι πολλούς ακόμη ισχυρούς εκτός του Τραμπ – Έλληνες επίσης. Αναλύεις τον παραπειστικό λαϊκισμό τους, τα τραύματα του χαρακτήρα τους, τη συνένοχη σιωπή του περιβάλλοντός τους κ.λπ.
Αναδημοσιεύω τις τρεις πρώτες παραγράφους του τετάρτου κεφαλαίου, που έχει τίτλο «Ζητήματα χαρακτήρα». Είναι το τέλειο πορτρέτο του σύγχρονου λεφτά με την πολλή, τραμπούκικη δύναμη. Κάντε ελεύθερα τους συνειρμούς σας. ― Σ.Τσ.
Ο ΣΑΙΞΠΗΡΙΚΟΣ ΡΙΧΑΡΔΟΣ Γ’ απεικονίζει, με έξοχη μαεστρία τα γνωρίσματα του επίδοξου τυράννου, που είχαν ήδη σκιαγραφηθεί στην τριλογία του Ερρίκου Στ’: την άνευ ορίων αυταρέσκειά του, την καταπάτηση των νόμων, την ηδονή που νιώθει όταν προκαλεί πόνο, την ψυχαναγκαστική τάση του για κυριαρχία. Έχει παθολογικό ναρκισσισμό και άφταστη αλαζονεία. Εμφορείται από μια τραγελαφική πεποίθηση προνομιακής ανωτερότητας και ποτέ του δεν αμφιβάλλει πως έχει το ελεύθερο να κάνει ό,τι θέλει. Του αρέσει να ουρλιάζει προσταγές και να βλέπει πώς τσακίζονται οι παρατρεχάμενοί του να τις εκτελέσουν. Απαιτεί απόλυτη αφοσίωση, αλλά είναι ανίκανος να νιώσει εύγνωμοσύνη. Τα συναισθήματα των άλλων δεν έχουν γι’ αυτόν σημασία. Δεν διαθέτει καμία έμφυτη χάρη, κανένα αίσθημα φιλανθρωπίας, καμία αξιοπρέπεια.
Δεν είναι απλώς ότι αδιαφορεί γιά τον νόμο· τον απεχθάνεται και χαίρεται να τον καταπατά. Τον άπεχθάνεται γιατί του στέκεται εμπόδιο και γιατί αντιπροσωπεύει το κοινό καλό, που ο ίδιος περιφρονεί. Στα μάτια του, ο κόσμος χωρίζεται σε κερδισμένους και χαμένους. Για τους κερδισμένους έχει κάποια εκτίμηση, αλλά μόνο στον βαθμό που μπορεί να τους εκμεταλλευτεί για τα δικά του συμφέροντα· για τους χαμένους δεν έχει παρά καταφρόνια. Το κοινό καλό είναι κάτι που νοιάζει μονάχα τους χαμένους. Τον ίδιο τον νοιάζει να βγαίνει κερδισμένος.
Πλούσιος ήταν από πάντα· γεννήθηκε μέσα στα πλούτη και τα χρησιμοποιεί αφειδώλευτα. Μολονότι όμως αρέσκεται στα άγαθά που του προσπορίζει ο πλούτος, το χρήμα δεν τον συναρπάζει. Αυτό που τον συναρπάζει είναι η χαρά της κυριαρχίας. Είναι τραμπούκος. Αψίκορος από τη φύση του, αστράφτει και βροντά σ’ όποιον τού στέκεται εμπόδιο. Του αρέσει να βλέπει τους άλλους να λουφάζουν, να τρέμουν ή να μορφάζουν από τον πόνο. Ξέρει καλά να οσφραίνεται την αδυναμία και έχει ταλέντο στους χλευασμούς και στις προσβολές. Τα ταλέντα του αυτά προσελκύουν οπαδούς που αρέσκονται στις ίδιες απάνθρωπες απολαύσεις, έστω κι αν δεν μπορούν να τις χαρουν, όπως εκείνος, στον ύψιστο βαθμό. Αν και γνωρίζουν ότι πρόκειται για επικίνδυνο άτομο, οι οπαδοί του τον βοηθούν να πετυχει τον στόχο του, που είναι η κατάκτηση της ύπατης εξουσίας.
Για τον τύραννο, όποιος κατέχει την εξουσία είναι και δυνάστης των γυναικών· ωστόσο, τις γυναίκες τις περιφρονεί πολύ περισσότερο απ’ ό,τι τις ποθεί. Η σεξουαλική κυριαρχία είναι κάτι που τον ερεθίζει, αλλά μόνο και μόνο γιατί έτσι επιβεβαιώνει, ξανά και ξανά, ότι μπορεί να έχει ό,τι επιθυμήσει. Ξέρει καλά πως όσες περιβουτά τον σιχαίνονται. Άλλωστε, γνωρίζει πως, όταν πιά κατορθώσει να αποκτήσει τον απόλυτο έλεγχο που τόσο επιθυμεί, είτε στην πολιτική είτε στο σεξ, τότε προκαλεί σχεδόν καθολική απέχθεια. Στην αρχή, η επίγνωση αυτή τον κινητοποιεί, καθώς τον «αναγκάζει να επαγρυπνεί απέναντι σε πιθανούς αντιπάλους και συνωμότες. Σύντομα όμως αρχίζει να τον κατατρώγει και να τον εξαντλεί.
Αργά ή γρήγορα, χάνει την εξουσία. Πεθαίνει άφιλος και αθρήνητος. Αφήνει πίσω του μόνο συντρίμμια. Θα ήταν καλύτερα να μην είχε γεννηθεί ποτέ ο Ριχάρδος Γ’.
Πηγή: Lifo blog, 16-10-2021