Ο Σόλων Μιχαηλίδης (12 Νοεμβρίου 1905 – 10 Σεπτεμβρίου 1979) γεννήθηκε στη Λευκωσία στις 12 Νοεμβρίου 1905. Πατέρας του ήταν ο Μιχαήλ Χατζηκυριάκος και μητέρα του η Ελένη Σολομωνίδου. Μαθητής του δημοτικού άρχισε να μαθαίνει κιθάρα και μαντολίνο. Το 1927 διορίστηκε καθηγητής της κιθάρας, της θεωρίας και της Ιστορίας της Μουσικής στο κυβερνητικό Ωδείο Κύπρου στη Λευκωσία. Εκεί, με τη βοήθεια του διευθυντή του Ωδείου, Ησαΐα Καλμάνοβιτς, Ρώσου πιανίστα εβραϊκής καταγωγής, έμαθε πιάνο και προχώρησε στην αρμονία. Παράλληλα, μελετούσε, μέσω αλληλογραφίας, στο Trinity College of Music του Λονδίνου.
Αργότερα, το Παρίσι άνοιξε νέους ορίζοντες στον Κύπριο μουσικό. Φοίτησε στην École Νοrmale de Musique, όπου μελέτησε αρμονία και αντίστιξη με την παιδαγωγό Νadia Βουlanger και πήρε μαθήματα πιάνου από τους Ρ. Maire και Alfred Cortot. Ολοκλήρωσε τις σπουδές του στη Schola Cantorum του Παρισιού, όπου μελέτησε σύνθεση με τον Guy de Lioncourt και διεύθυνση ορχήστρας με τον μαέστρο, πιανίστα και συνθέτη Marcel Labey. Στο Παρίσι ο Μιχαηλίδης έγραψε τα πρώτα του έργα. Αποφοίτησε από τη Schola Cantorum το 1934 με δίπλωμα σύνθεσης. Παρά τις προτάσεις που είχε από τον Lioncourt να μείνει και να διδάξει στο Παρίσι, επέστρεψε στην Κύπρο και τον Αύγουστο του 1934 παντρεύτηκε την Καλλιόπη Μορίδου. Τον Οκτώβριο του 1934 ίδρυσε μαζί με τη γυναίκα του το Ωδείο Λεμεσού. Παράλληλα, το 1938 ίδρυσε το Σύλλογο Συναυλιών Ωδείου Λεμεσού (Σ. Σ. Ω. Λ.) και την Ορχήστρα Συναυλιών Ωδείου Λεμεσού που διηύθυνε ο ίδιος και αποτέλεσε την πρώτη ελληνική ορχήστρα της Κύπρου. Από το 1941 ως το 1956 υπηρέτησε ως καθηγητής μουσικής στο Λανίτειο Κοινοτικό Γυμνάσιο Λεμεσού.
Στις 8 Ιουλίου 1946 έργα του Σόλωνα Μιχαηλίδη παρουσιάστηκαν για πρώτη φορά στην Αθήνα. Στο Ωδείο Ηρώδου του Αττικού η Κρατική Ορχήστρα Αθηνών, υπό τη διεύθυνση του Θεόδωρου Βαβαγιάνη, ερμήνευσε τα Δύο Βυζαντινά Σκίτσα.
Το Μάρτιο του 1957 διορίστηκε στη θέση του Διευθυντή του Κρατικού Ωδείου Θεσσαλονίκης, θέση η οποία χήρευε για τέσσερα χρόνια. Η ανάληψη της διεύθυνσης του Ωδείου από τον Μιχαηλίδη, σήμανε την απαρχή μιας νέας ανοδικής πορείας για το ίδρυμα. Το Βασιλικό Διάταγμα για ίδρυση Συμφωνικής Ορχήστρας Βορείου Ελλάδος δημοσιεύτηκε στις 18 Φεβρουαρίου 1959. Έτσι, ένα όνειρο σαράντα χρόνων του μουσικού κόσμου της Θεσσαλονίκης γινόταν πραγματικότητα. Η Συμφωνική Ορχήστρα Βορείου Ελλάδος κατέστη ένα σοβαρό καλλιτεχνικό συγκρότημα και μετατράπηκε το 1966 σε Κρατικό Οργανισμό, ανεξάρτητο από το Ωδείο. Στο πρόγραμμα της συναυλίας της 21ης Νοεμβρίου 1966, για πρώτη φορά ονομάστηκε Κρατική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης (Κ.Ο.Θ.) και όχι Σ.Ο.Β.Ε. Tο Νοέμβριο του 1970, μετά από δεκατρία χρόνια προσφοράς στη μουσική ζωή της Θεσσαλονίκης, αποχώρησε από τη διεύθυνση του Κρατικού Ωδείου και της Κρατικής Ορχήστρας.
(Πηγή: Κρατική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης, https://www.tsso.gr/)