Ο πατριάρχης Γρηγόριος Ε΄ άρχισε να καταπιάνεται με τη μετάφραση έργων στη νεοελληνική γλώσσα ήδη από νεαρή ηλικία. Όσο είναι ακόμη αρχιδιάκονος στη Σμύρνη, ο Γρηγόριος αναλαμβάνει, κατόπιν παρότρυνσης του επισκόπου Σμύρνης Προκοπίου, τη μετάφραση του έργου Περί ιερωσύνης λόγοι του Ιωάννου Χρυσοστόμου.
Η μετάφραση δημοσιεύεται στη Βενετία το 1783[1]από το τυπογραφείο του Νικολάου Γλυκύ, με την οικονομική συνδρομή του Σμυρναίου Ιωάννη Πιττακού.[2]
Ήταν ο ζήλος του επισκόπου Σμύρνης Προκόπιου για την κατάρτιση του κλήρου και η λύπη του για την επικρατούσα τότε αμάθεια που ώθησαν τον Γρηγόριο ―όπως μας πληροφορεί ο ίδιος[3]― να αναλάβει το έργο της απόδοσης στη νεοελληνική γλώσσα («εἰς τὴν ἁπλῆν διάλεκτον») μιας σειράς λόγων που εμφαίνουν όχι μόνο το υψηλό του αξιώματος της ιεροσύνης, αλλά συνάμα το χρέος και τις επακόλουθες δυσχέρειες που θα αντιμετωπίσουν όσοι το επωμίζονται.
Η σπανιότητα, αλλά και το μεγάλο κόστος της απόκτησης χρυσοστομικών συγγραμμάτων, καθώς και η ελλιπής γνώση της αρχαιοελληνικής γλώσσας «εἰς ἣν ἐξέπεσε τὸ ἡμέτερον γένος» συνετέλεσαν ―συνεχίζει ο Γρηγόριος― στην απόφαση να τυπωθεί η μετάφραση των Λόγων. Με τη βοήθεια αυτής της έκδοσης καθίσταται πλέον σε όλους γνωστό το μεγαλείο της ιεροσύνης, ώστε να μην ορμούν με αναίδεια προς αυτό: Ή θα αφήνεται στην πρόνοια του Θεού η εκλογή των αξίων, ή όσοι επιθυμούν την ιεροσύνη θα αγωνίζονται να φανούν αντάξιοί της.
Στον πρόλογο της έκδοσης ο μελλοντικός πατριάρχης καταγράφει με σαφήνεια τις αρετές που πρέπει να διακρίνουν όσους προΐστανται των εκκλησιών (ανεπίληπτη διαγωγή, καθαρότητα ζωής, διορατικότητα, σωφροσύνη κ.ά.), επικρίνει τη συμπεριφορά του κλήρου που απωθεί τους πιστούς (επιδίωξη δόξας, πλουτισμού, προβολής, εξουσίας κ.ά.) και προτρέπει σε μετάνοια και πνευματική ζωή.[4]
Ο πρόλογος χαρακτηρίστηκε ως ένα από τα ελάχιστα κείμενα της εποχής που ασκούσε κριτική στον κλήρο με την πρόθεση να συνετίσει, προερχόμενο μάλιστα από μέλος της Εκκλησίας αντικείμενο στα κηρύγματα του Διαφωτισμού.[5] Το ενδιαφέρον του Γρηγορίου για τη μετάφραση συνδέεται ίσως με την περίοδο της μαθητείας του στην Πατμιάδα Σχολή, όπου σχολάρχης ήταν ο Δανιήλ Κεραμέας, που ασχολήθηκε με την ερμηνεία αρχαίων και πατερικών κειμένων.[6] Η μετάφραση των Περί ιερωσύνης λόγων υπήρξε το πρώτο, αλλά όχι και το τελευταίο μεταφραστικό εγχείρημα του Γρηγορίου. Μετά τη δεύτερη ανάρρησή του στον πατριαρχικό θρόνο Κωνσταντινουπόλεως πραγματοποιήθηκαν άλλες τρεις εκδόσεις δικών του μεταφράσεων στη νεοελληνική:
• Ἐξήγησις τῶν εἰς τὴν Ἑξαήμερον ἕνδεκα ὁμιλιῶν τοῦ … Βασιλείου τοῦ Μεγάλου, Κωνσταντινούπολη: Πατριαρχικό Τυπογραφείο, 1807.[7]
• Ἐξήγησις τῶν Ἠθικῶν τοῦ Μεγάλου Βασιλείου (χωρίς ένδειξη τόπου και χρόνου έκδοσης· πιθανώς, Κωνσταντινούπολη: Πατριαρχικό Τυπογραφείο, 1807).[8]
• Ἐξήγησις τῶν κατὰ πᾶσαν Κυριακὴν ἀναγνωσμάτων ἐκ τῶν ἱερῶν Πράξεων τῶν ἁγίων καὶ Θεοπνεύστων Ἐπιστολῶν τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, Κωνσταντινούπολη: Πατριαρχικό Τυπογραφείο, 1807.[9]
Η απόδοση πατερικών έργων (Χρυσοστόμου, Μ. Βασιλείου) σε απλή γλώσσα από τον Γρηγόριο ακολουθεί μια σειρά μεταφράσεων που είχαν προηγηθεί στο Άγιο Όρος,[10] στο πλαίσιο μιας προσπάθειας να καταστεί προσιτό το περιεχόμενο των πατερικών κειμένων σε κλήρο, μοναχούς και λαό.
Η προσωπική του εμπειρία από τη διαμονή του στο Άγιο Όρος τού επέτρεψε να διαπιστώσει τη δυσκολία κατανόησης των Πατέρων από το πρωτότυπο κείμενο («ὀλίγους τοὺς συνιέντας εὕρομεν, διὰ τὸ ἄπειρον τῆς ἑλληνικῆς διαλέκτου»,[11] «ἐκ δὲ τῶν κοινοβιαζόντων οἱ πλείονες ὑπάρχουσιν ἀγύμναστοι εἰς τὴν ἑλληνικὴν διάλεκτον»[12]). Και οι λαϊκοί αντιμετώπιζαν την ίδια δυσκολία να αντιληφθούν τον ερμηνευτικό λόγο του Χρυσοστόμου στις αποστολικές περικοπές των Κυριακών («τὰ συγγράμματα δὲ ἐκείνου εἰς ὅλους δὲν εἶναι εὔκολα, εἰς δὲ τοὺς ἰδιώτας πλέον δύσκολα διὰ τὴν ἑλληνικὴν διάλεκτον»[13]).
Για λόγους γλωσσικούς επομένως, αλλά και εξαιτίας της δυσκολίας απόκτησης πατερικών έργων («ὅσοι δὲν δύνανται νὰ ἀποκτήσωσι τὰς ἱερὰς βίβλους τοῦ θείου Πατρός»[14]), όπως επαναλαμβάνει σταθερά στους προλόγους των εκδόσεών του, ο Γρηγόριος προκρίνει τη μετάφραση έργων σε γλώσσα καταληπτή. Χαρακτηριστικά λέει: «ἔκτοτε λοιπὸν ἐστοχάσθημεν ὠφέλιμον τὴν εἰς τὸ ἁπλοῦν μετάφρασιν … ὡς ὠφελίμου γενησομένης, οὐ μόνον αὐτοῖς, ἀλλὰ καὶ πᾶσι τοῖς χριστωνύμοις λαοῖς ἐκκλησιαστικοῖς τε, καὶ κοσμικοῖς, ἰδιώταις καὶ πεπαιδευμένοις».[15]
Οι Περί ιερωσύνης λόγοι σε μετάφραση Γρηγορίου Ε΄ εκδόθηκαν για δεύτερη φορά στη Σμύρνη το 1879.[16]
Βενετία Χατζοπούλου
ΙΠΑ / ΜΙΕΤ
Βιβλιογραφία
Λ. Ιστικοπούλου, Βιβλιογραφία των εκδόσεων του Πατριαρχικού Τυπογραφείου Κωνσταντινουπόλεως. Βιβλία – Περιοδικά 1798–1923, Αθήνα 2018.
Π. Κιτρομηλίδης, Νεοελληνικός Διαφωτισμός, Αθήνα 1998, 32000.
Γ. Μποροβίλος, «Μεταφράσεις πατερικών έργων περί το τέλος ΙΗ΄ και αρχές ΙΘ΄ αιώνα», Ανάπλασις, περ. Γ΄, 323 (1989), 18, 23.
Γ. Μποροβίλος, «Περί της καταστάσεως του κλήρου στη Σμύρνη κατά το δεύτερο ήμισυ του ΙΗ΄ αιώνα», Δελτίο Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών 8 (1990), 65–73.
[1] Η πρώτη έκδοση του χρυσοστομικού έργου στην ελληνική έγινε το 1525 στη Βασιλεία από τον Έρασμο.
[2] Ν. Καραράς, «Η οικογένεια των Πιττακών της Σμύρνης», Μικρασιατικά Χρονικά 9 (1961), 298–299.
[3] Βλ. αφιερωματικό κείμενο της έκδ. 1783, σ. 6
[4] Διεξοδική μελέτη της χρυσοστομικής έκδοσης του 1783, καθώς και του προλόγου του Γρηγορίου, στο Μποροβίλος 1990.
[5] Μποροβίλος 1990, 66, 67, 68. Για τη στάση του Γρηγορίου Ε΄ απέναντι στον Διαφωτισμό, βλ. Κιτρομηλίδης, 450–453. Για την παρουσία του στη Σμύρνη, βλ. Φ. Ηλιού, Κοινωνικοί αγώνες και Διαφωτισμός. Η περίπτωση της Σμύρνης (1819) (Ε.Μ.Ν.Ε. Μνήμων – Θεωρία και μελέτες ιστορίας, 3), μτφρ. Ι. Πετροπούλου, Αθήνα 1981, 23.
[6] Σ. Μπαϊρακτάρης, Ο Πατριάρχης Γρηγόριος ο Ε΄ και η μετάφρασις της Αγίας Γραφής, Αθήνα 1965, 3. Για το ερμηνευτικό έργο του Δανιήλ Κεραμέα, βλ. Ν. Φορόπουλος, «Ο διδάσκαλος της Πατμιάδος Δανιήλ Κεραμεύς και τα έργα αυτού», Επετηρίς Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών 33 (1964), 286–287.
[8] Ιστικοπούλου, αρ. 31.
[9] Ιστικοπούλου, αρ. 32.
[10] Μποροβίλος 1989.
[11] Ἐξήγησις τῶν εἰς τὴν Ἑξαήμερον (1807): «Πρὸς τοὺς ἀναγινώσκοντας».
[12] Ἐξήγησις τῶν Ἠθικῶν τοῦ Μεγάλου Βασιλείου (1807): «Πρὸς τοὺς ἀναγινώσκοντας».
[13] Ἐξήγησις τῶν κατὰ πᾶσαν Κυριακὴν (πιθ. 1807): «Πρὸς τοὺς ἀναγινώσκοντας».
[14] Στο ίδιο.
[15] Ἐξήγησις τῶν εἰς τὴν Ἑξαήμερον (1807): «Πρὸς τοὺς ἀναγινώσκοντας».
[16] Οἱ περὶ ἱερωσύνης λόγοι … εἰς κοινὴν διάλεκτον παρὰ Γρηγορίου Ε΄. Πατριάρχου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου. Ἐκδίδοται νῦν τὸ δεύτερον ὑπὸ Ἰωάννου Παπαδοπούλου ἱερέως, Σμύρνη: Τύποις «Προόδου», 1879. Βλ. Σμυρναϊκή Βιβλιογραφία (1764–1922), βιβλιογραφική τεκμηρίωση – σύνταξη καταλόγου Σάντρα Βρέττα, Αθήνα 2020, 269 (αρ. 1076). Για το ενδιαφέρον του Γρηγορίου Ε΄ για τη μετάφραση της Αγίας Γραφής, βλ. Μπαϊρακτάρης, ό.π., σημ. 6.