Δύο πολύ όμορφα χειρόγραφα της συλλογής του ΙΠΑ / ΜΙΕΤ περιέχουν την ακολουθία για το Γενέθλιο του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου, που εορτάζεται στις 24 Ιουνίου. Πρόκειται για τα ΙΠΑ / ΜΙΕΤ, Χειρόγραφα, αρ. 44 και 45, του 17ου και του 16ου αιώνα αντίστοιχα. Στα λίγα φύλλα από τα οποία αποτελούνται καταγράφεται ολόκληρο το πρόγραμμα της εορτής, όπως τελείται στις εκκλησίες κατά ακολουθία.
Και στα δύο χειρόγραφα η γραφή είναι επιμελημμένη και κομψή, με επιμηκυσμένες απολήξεις ορισμένων γραμμάτων —ιδιαίτερα στο παλαιότερο, ΙΠΑ / ΜΙΕΤ, Χειρόγραφα, αρ. 45—, οι οποίες εκτείνονται στα περιθώρια του κειμένου.[1]
Ο τύπος γραφής, που μιμείται παλαιότερες μορφές και διατηρείται κατά τους αιώνες αυτούς κυρίως στα λειτουργικά χειρόγραφα, δείχνει την επιθυμία των αντιγραφέων και των χρηστών να ξεχωρίσουν τα κείμενα αυτά μέσω της μίμησης του παρελθόντος, αποδίδοντας την ιερότητα και με τη γραφική απόδοση. Το κείμενο έχει κομψά διακοσμημένα πρωτογράμματα με κόκκινη μελάνη, με την οποία έχουν καταγραφεί και οι οδηγίες. Στο χειρόγραφο του 16ου αιώνα (αρ. 45), στο φ. 1v, διατηρείται, μέσα σε κόκκινο πλαίσιο, μια πολύ όμορφη εικόνα του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου κατά μέτωπο, να ευλογεί, κρατώντας στο αριστερό του χέρι μια ράβδο που απολήγει σε σταυρό, σύμβολο του μαρτυρίου του.
Το νεότερο χειρόγραφο, του 17ου αιώνα (αρ. 44), έχει στην αρχή ένα όμορφα διακοσμημένο επίτιτλο με κόκκινη μελάνη. Στο ίδιο χειρόγραφο έχει χρησιμοποιηθεί ως κάλυμμα ένα περγαμηνό φύλλο από παλαιότερο χειρόγραφο.[2]
Και τα δύο χειρόγραφα ξεκινούν με τη φράση: «Τῷ αὐτῷ μηνὶ κδ΄», ένδειξη ότι κατά πάσα πιθανότητα αντιγράφηκαν (ή αποσπάστηκαν) από Μηναίο του Ιουνίου από ανθρώπους που ίσως διατηρούσαν μια ιδιαίτερη σχέση με τη συγκεκριμένη εορτή (είτε επειδή υπηρετούσαν σε κάποια εκκλησία ή μονή αφιερωμένη στο Γενέθλιο, είτε επειδή είχαν προσωπικούς ή άλλους ιδιαίτερους λόγους να τιμούν τον συγκεκριμένο άγιο).[3]
Η απόδοση τιμής στη γέννηση ενός αγίου στην Εκκλησία είναι ιδιαίτερο φαινόμενο. Αν εξαιρέσουμε τη Γέννηση του Χριστού, η τιμή αυτή επιφυλάσσεται μόνο στην Παναγία και τον Πρόδρομο, καθώς συνδέονται κατά έναν μοναδικό τρόπο με την ιστορία του Χριστού και της Εκκλησίας. Η γιορτή φαίνεται ότι έχει αρχαία προέλευση, όπως αναφέρεται στο Μηνολόγιο που εξέδωσε τον 18ο αιώνα ο Morcelli, αντίτυπο του οποίου φυλάσσεται στο ΙΠΑ / ΜΙΕΤ (Παλαίτυπα / Σπάνια, αρ. 123–124).[4]
Εκτός από λόγους που αποδίδονται μάλλον ψευδώς ή αμφιβόλως στον Ιωάννη Χρυσόστομο,[5] τον 6ο αιώνα η γιορτή μαρτυρείται στη Δύση,[6] ενώ από τον 8ο/9ο αιώνα σώζεται ρητορικό εγκώμιο του Θεόδωρου Στουδίτη.[7]
Η θέσπιση της εορτής συνδέεται άρρηκτα με εκείνη των Χριστουγέννων, καθώς βασίζεται στην αγιογραφική αναφορά της ηλικιακής διαφοράς των έξι μηνών που χώριζε τον Ιησού από τον Ιωάννη.[8] Από τη στιγμή που καθιερώθηκε η εορτή των Χριστουγέννων στις 25 Δεκεμβρίου, ο υπολογισμός των έξι μηνών προς τα πίσω οδήγησε στην αντίστοιχη ημερομηνία τον Ιούνιο. Όμως, καθώς ο τρόπος υπολογισμού της ημέρας των Χριστουγέννων γινόταν με τον ρωμαϊκό τρόπο, δηλ. «octavo Kalendas Januarii» (οκτώ ημέρες από τις καλένδες –δηλ. την αρχή– του Ιανουαρίου), αντίστοιχα οι «ante diem viii Kalendas Iulias» (οκτώ μέρες πριν από τις καλένδες του Ιουλίου) κατέληγαν στις 24 Ιουνίου, αφού ο μήνας αυτός είχε 30 και όχι 31 ημέρες, όπως ο Δεκέμβριος.
Εκτός της σύνδεσης αυτής, που βασίζεται στα ευαγγελικά γεγονότα, υπήρχε και μία άλλη, που σχετιζόταν ημερολογιακά με τις γιορτές. Όπως είναι γνωστό, σημαντικό ρόλο για τη θέσπιση της γιορτής των Χριστουγέννων στις 25 Δεκεμβρίου φαίνεται να έπαιξε το ρωμαϊκό εορτολόγιο, το οποίο ακριβώς εκείνες τις ημέρες γιόρταζε το χειμερινό ηλιοστάσιο, δηλ. το σημείο του έτους όπου η τροπή της γης γύρω από τον ήλιο οδηγεί σταδιακά στην αύξηση της ημέρας έναντι της νύχτας. Εκείνη την ημέρα εορταζόταν ο ανίκητος ήλιος (Sol Invictus), γιορτή την οποία αντικατέστησαν τα Χριστούγεννα.[9] Αντίστοιχα, έξι μήνες μετα (ή πριν), τον Ιούνιο, κατά το θερινό ηλιοστάσιο, συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο: Αφού η διάρκεια της ημέρας φτάσει στο κορυφαίο της σημείο, έπειτα αρχίζει να μειώνεται. Και σε αυτές τις ημέρες προϋπήρχαν γιορτές και τελετουργίες στον προχριστιανικό κόσμο. Η θέσπιση της γιορτής της Γέννησης του Προδρόμου την ημέρα αυτή συνδέθηκε επομένως με αυτές τις γιορτές. Στηρίχθηκε μάλιστα θεολογικά στην περίφημη φράση που είπε ο Ιωάννης όταν συνάντησε τον Ιησού: «ἐκεῖνον δεῖ αὐξάνειν, ἐμὲ δὲ ἐλαττοῦσθαι»,[10] η οποία συσχετίστηκε με τη μείωση της διάρκειας της ημέρας ως τις 25 Δεκεμβρίου.
Η επιδίωξη να επικαλυφθούν οι προχριστιανικές τελετουργίες και γιορτές με χριστιανικές δεν επέφερε την ολοκληρωτική λήθη τους. Σε ολόκληρη την Ευρώπη παρατηρείται μια μείξη προχριστιανικών και χριστιανικών τελετουργιών, στο πλαίσιο μιας ανασημασιοδότησης των πρώτων, ιδίως στην περίπτωση των σημαντικών για την ανθρώπινη ζωή ημερομηνιών, όπως είναι αυτές όπου αρχίζει να αλλάζει η διάρκεια της ημέρας.[11] Το φαινόμενο αυτό παρατηρείται ιδιαίτερα έντονα και στον ελληνικό χώρο,[12] όπου η φωτιά και το νερό,[13] ο χορός και η μαντεία[14] αποτελούν βασικά στοιχεία της παράδοσης.[15]
Τα έθιμα που σχετίζονται με την ημέρα αυτή είναι η υπερπήδηση πυρών και ο κλήδονας, τα οποία καταδικάστηκαν από την Εκκλησία.[16] Ο Θεόδωρος Βαλσαμών, τον 12ο αιώνα, στην ερμηνεία του ξε΄ κανόνα της Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου, ο οποίος αναφέρεται στις πυρές, συνδέει τις πρακτικές αυτές με την παραμονή της γιορτής του Προδρόμου στις 23 Ιουνίου και τις περιγράφει διεξοδικά.[17]
Οι παραδόσεις αυτές, όπως άλλωστε και οι εκκλησιαστικές αντιδράσεις εναντίον τους, συνεχίστηκαν και στα μεταβυζαντινά χρόνια, όπως μπορούμε να καταλάβουμε από έναν Νομοκάνονα του 17ου αιώνα που φυλάσσεται στο ΙΠΑ / ΜΙΕΤ (Χειρόγραφα, αρ. 12):
«ἢ πυρκαϊὰς εἰς τὰς ῥούγας ποιοῦντας, ἃς ἐποίουν οἱ Ἕλληνες πάλαι καὶ νῦν ὡς βλέπομεν τὰ παιδία τοῦτο ποιοῦντα ἐν ταῖς παραμοναῖς τῶν ἑορτῶν κατά τι ἔθος παλαιό».[18] Παρ’ όλες όμως τις εκκλησιαστικές αντιδράσεις, τα έθιμα των ημερών αυτών έμειναν ζωντανά στον ελληνικό χώρο, όπως μαρτυρούν τον 18ο αιώνα ο Pierre-Augustine Guys[19] και τον 19ο αιώνα ο Frederick Sylvester North Douglas, ο οποίος παραπέμπει στον προηγούμενο αναγνωρίζοντας στην πρακτική του κλήδονα αρχαία κατάλοιπα.[20] Σήμερα οι σχετικές παραδόσεις εξακολουθούν να επιβιώνουν μέσα σε ένα περιβάλλον διαφορετικό από εκείνο των ανθρώπων της προνεωτερικότητας, με επιδιώξεις και ανάγκες διαφορετικές, στο πλαίσιο πλέον της αναβίωσης.[21]
Σταύρος Γριμάνης, ΙΠΑ / ΜΙΕΤ
[1] Π.χ. ΙΠΑ / ΜΙΕΤ, Χειρόγραφα, αρ. 45, φφ. 7v–8r, 16r κλπ.
[2] Το φύλλο, που φέρει κείμενο 20 στίχων σε δύο στήλες, είναι σχετικά καλά διατηρημένο. Αποτελεί κατά πάσα πιθανότητα σπάραγμα ευαγγελισταρίου του 12ου/13ου αιώνα. Το κείμενο, που φέρει μουσικά σημεία (νεύματα) εκφώνησης με κόκκινη μελάνη, προέρχεται από το Ιω. 14:6 κ.ε.
[3] Τα χειρόγραφα φέρουν χρονολογικές ενδείξεις. Στο παλαιότερο, ΙΠΑ / ΜΙΕΤ, Χειρόγραφα, αρ. 45, στο φ. 1r. σημειώνεται: «Τὸ Γενέσιον τοῦ τιμίου καὶ ἐνδόξου Προφήτου, Προδρόμου καὶ Βαπτιστοῦ Ἰωάννου: 1587», ενώ στο νεότερο, ΙΠΑ / ΜΙΕΤ, Χειρόγραφα, αρ. 44, στο φ. 19v, είναι αναγραμμένο το έτος 1664.
[4] Stephanus Antonius Morcelli, Μηνολόγιον τῶν Ευαγγελίων Ἑορταστικῶν, sive Kalendarium Ecclesiae Constantinopolitanae, τ. 2, Ρώμη 1788, 134–136.
[5] F. Halkin, Bibliotheca Hagiographica Graeca, τ. 1, Βρυξέλλες 1957, 272 κ.ε.
[6] J.D. Mansi, Sacrorum Conciliorum Nova et Amplissima Collectio, τ. 8, Φλωρεντία 1762, 328, αρ. XXI [αναφορά μεταξύ εορτών κατά τη Σύνοδο της Αγάθης (Agde), το 506].
[7] Halkin, ό.π., 272, αρ. 9.
[8] Λουκ. 1:36, όπου η Μαρία κατά τον Ευαγγελισμό πληροφορείται ότι η συγγενής της Ελισάβετ ήταν ήδη έξι μηνών έγκυος: «καὶ ἰδοὺ Ἐλισάβετ ἡ συγγενής σου καὶ αὐτὴ συνειληφυῖα υἱὸν ἐν γήρει αὐτῆς, καὶ οὗτος μὴν ἕκτος ἐστὶν αὐτῇ».
[9] C.P.E. Nothaft, «The Origins of the Christmas Date: Some Recent Trends in Historical Research», Church History 81 (2012), 903–911 και S. Hijmans, «Sol Invictus, the Winter Solstice, and the Origins of Christmas», Mouseion 3 (2003), 377–398.
[10] Ιω. 3:30.
[11] Ν. Πολίτης, Λαογραφικά σύμμεικτα, τ. 3, Αθήνα 1931, 131. Πρβλ. π.χ. στην Αγγλία, όπου και η σύνδεση με τη γιορτή του Προδρόμου: R. Hutton, The Stations of the Sun. A History of the Ritual Year in Britain, Οξφόρδη 1996, 311–313.
[12] Ν. Πολίτης, Λαογραφικά σύμμεικτα, τ. 2, Αθήνα, 1921, 140–141, 168. Δ. Λουκάτος, Τα καλοκαιρινά, Αθήνα 1992, 43. Για τον ευρύτερο ελληνόφωνο χώρο, βλ. ενδεικτικά Σύλβιος, «Ο Κλήδονας (λαογραφικά Σμύρνης, Β΄)», Μικρασιατικά Χρονικά, 3 (1940), 390–406. Π.Δ. Χαιρόπουλος, Έθιμα Πόντου. Χριστουγέννων – Πάσχα – Γάμου – Κλήδονα και άλλα, Θεσσαλονίκη 2007.
[13] Π.χ. στην Κρήτη: Γ. Μαυρακάκης, Λαογραφικά Κρήτης, Αθήνα 1983, 178–181.
[14] Ν. Πολίτης, Λαογραφικά σύμμεικτα, τ. 3, Αθήνα 1931, 105–106, και 110–120 σποράδην. Πρβλ. Ν. Δημητρίου, Λαογραφικά της Σάμου, τ. 1, Αθήνα 1983, 478–482.
[15] Ο Νικόλαος Πολίτης παρατηρεί μάλιστα ότι, όπου εορτάζεται ο Προφήτης Ηλίας με φωτιές, περίπου ένα μήνα αργότερα, εκεί απουσιάζει το έθιμο την ημέρα του Αϊ-Γιάννη: Ν. Πολίτης, Λαογραφικά σύμμεικτα, τ. 2, Αθήνα 1921, 175.
[16] Για τη βυζαντινή περίοδο, βλ. Φ. Κουκουλές, Βυζαντινών βίος και πολιτισμός, τ. A, ΙΙ, Αθήνα 1948, 167–172.
[17] Γ.Α. Ράλλης / Μ. Ποτλής, Σύνταγμα τῶν Θείων καὶ Ἱερῶν Κανόνων τῶν τε Ἁγίων καὶ Πανευφήμων Ἀποστόλων, καὶ τῶν Ἱερῶν Οἰκουμενικῶν καὶ Τοπικῶν Συνόδων, καὶ τῶν κατὰ μέρος Ἁγίων Πατέρων, ἐκδοθέν, σὺν πλείσταις ἄλλαις τὴν ἐκκλησιαστικὴν κατάστασιν διεπούσαις διατάξεσι, μετὰ τῶν ἀρχαίων ἐξηγητῶν, καὶ διαφόρων ἀμαγνωσμάτων, τ. 2, Αθήνα 1852, 459.
[18] ΙΠΑ / ΜΙΕΤ, Χειρόγραφα, αρ. 12, φφ. 132v–133r.
[19] Pierre-Augustin Guys, Voyage littéraire de la Grèce, ou Lettres sur les grecs, anciens et modernes, avec un parallèle de leurs moeurs, τ. 1, Παρίσι 1771, 201 κ.ε.
[20] Frederick Sylvester North Douglas, An Essay on Certain Points of Resemblance Between the Ancient and Modern Greeks, Λονδίνο 1813, 128–129.
[21] Πρβλ. την αναβίωση της παράδοσης στον Πειραιά που καταγράφηκε κινηματογραφικά το 1972 από το Κέντρο Ερεύνης της Ελληνικης Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών, απ’ όπου και η φωτογραφία τίτλου: http://repository.academyofathens.gr/keel/index.php/gr/video2