❝ Φιλέλληνες = Οι άνθρωποι του «αλλού», όχι κατανάγκην Έλληνες, αγαπούν από μακριά, έξω απ’ το χώρο τους, μια Ελλάδα ιδανική, ο καθένας τη δικιά του.❞
Παρίσι, 19-5-1948
Σήμερα θα σου πω ένα παραμύθι, Κυριάκο, ένα παραμύθι για μεγάλα παιδιά. Θα το ’λεγα «Η μεταμόρφωση», αν δεν είχε προλάβει άλλος. Ας το πούμε, προσωρινά, «Ιστορία χωρίς όνομα του Αντρέα Λαδά», και ξεκινάμε.
Κόκκινη κλωστή δεμένη… Ήταν μια φορά κι έναν καιρό… Ήμουν εγώ, ήμουν άνθρωπος σαν όλο τον κόσμο. Ξυπνάω μια μέρα, τι να δω! Ο χαμαιλέων χρόνος με είχε βάψει «υπότροφο» από κορυφής μέχρις ονύχων. Ώσπου να συνηθίσω τη νέα μου φάση (και φύση), είχα ήδη χρωματιστεί «εξόριστος». Και πριν προφτάσω να προσαρμοστώ καλά καλά στην αλλαγή, είχα και πάλι ξεβάψει, έγινα απλώς «ξένος» ή «διασπορά». Τώρα τελευταία, ένα βράδυ, ανακάλυψα πως είχα πάλι αλλάξει χρώμα, αυτή τη φορά η παλέτα της ιστορίας μού ’χει βάλει τη στάμπα «φιλέλληνας», ανεξίτηλη, νομίζω. Εδώ αρχίζει, τώρα, το έργο.
(απόσπασμα από επιστολή)
Το 1945 ο τότε διευθυντής του Γαλλικού Ινστιτούτου Αθηνών και φιλέλληνας Οκτάβιος Μερλιέ, στην προσπάθειά του να φυγαδεύσει τη νεότερη πνευματική ελίτ της Ελλάδας, πείθει τη γαλλική κυβέρνηση να χορηγήσει έναν αριθμό υποτροφιών σε Έλληνες φοιτητές για σπουδές στο Παρίσι.
Έτσι στις 22 Δεκεμβρίου του ίδιου χρόνου περισσότεροι από 150 Έλληνες επιβιβάστηκαν στο θρυλικό πλοίο Mαταρόα. Ανάμεσά τους ο φιλόλογος Εμμανουήλ Κριαράς, ο ιστορικός Νίκος Σβορώνος, ο γλύπτης Μέμος Μακρής, η ζωγράφος Νέλλη Ανδρικοπούλου, οι φιλόσοφοι Κορνήλιος Καστοριάδης, Κώστας Αξελός, Κώστας Παπαϊωάννου και Μιμίκα Κρανάκη.
Η τελευταία εργάστηκε ως καθηγήτρια Γερμανικής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο της Ναντέρ (1967–1985) και ασχολήθηκε με τη λογοτεχνία. Η θεματολογία του έργου της βασίζεται στην έννοια της «ξενικότητας». Τα κείμενα της απέκτησαν σχεδόν προφητικό χαρακτήρα για τη σημερινή εποχή, όπου, λόγω των αδιάλειπτων και μαζικών προσφυγικών ροών, συντελούνται τεκτονικές αλλαγές στη δομή και τη σύνθεση των εθνικών κοινωνιών που συγκροτούν το ρευστό πλέον ψηφιδωτό του παγκοσμιοποιημένου κόσμου μας.
Το 1992 εκδίδεται το μυθιστόρημά της Φιλέλληνες. Είκοσι τέσσερα γράμματα μιας Οδύσσειας, ένα πολυφωνικό μυθιστόρημα, αποτελούμενο από είκοσι τέσσερις επιστολές —όσες και οι ραψωδίες της ομηρικής Οδύσσειας—, γραμμένες από Έλληνες εκπατρισμένους στη Γαλλία ή παραμένοντες στην Ελλάδα. Μέσα από πρωτοπρόσωπες αφηγήσεις ερχόμαστε σε επαφή με διαφορετικά πρόσωπα, τα οποία, με ένα ύφος άλλοτε εξομολογητικό, άλλοτε λυρικό, άλλοτε χιουμοριστικό και ειρωνικό, κάποιες φορές μάλιστα με ένα συνδυασμό και των τριών, περιγράφουν το μεταναστευτικό τους βίωμα και τις δυσκολίες προσαρμογής στον τόπο μετοικεσίας, με φόντο τη μεταπολεμική ιστορία της Ελλάδας, εντός και εκτός των συνόρων της.[1]
Σημειώσεις
[1] Ειρήνη-Ιωάννα Σάμιτα, «Φιλέλληνες ή το α-νόστιμον ήμαρ: οι Φιλέλληνες της Μιμίκας Κρανάκη», στο Κωνσταντίνος Α. Δημάδης (επιμ.), Ταυτότητες στον ελληνικό κόσμο (από το 1204 έως σήμερα). Δ΄ Ευρωπαϊκό Συνέδριο Νεοελληνικών Σπουδών, Γρανάδα, 9–12 Σεπτεμβρίου 2010. Πρακτικά, τ. 1, 749–759.
Φιλέλληνες = Οι άνθρωποι του «αλλού», όχι κατανάγκην Έλληνες, αγαπούν από μακριά, έξω απ’ το χώρο τους, μια Ελλάδα ιδανική, ο καθένας τη δικιά του.
Παρωδία της Οδύσσειας, αν θέλετε, όπου όμως μήτε Οδυσσέας υπάρχει, μήτε Ιθάκη. Το 1945 μια καραβιά Ελλήνων υποτρόφων φεύγει για τη Γαλλία. Με τα χρόνια, με τις προσωπικές τους εμπειρίες της ξενιτιάς και τη Μεγάλη Μετανάστευση των Εθνών που συγκλονίζει τον κόσμο ολοένα και πιο έντονα, ανακαλύπτουν πως στις μέρες μας ολόκληρη η υφήλιος κατοικείται από φιλέλληνες, απ’ τους boat-people της Ασίας και της Αφρικής ώς τους πρόσφυγες της Ευρώπης. Η εθνικότητα «ξένος» είναι, αριθμητικά, η επικρατέστερη. Και καθόλου δεν αποκλείεται η ίδια η πατρίδα του ανθρώπου, η γης, να τον εξορίσει κάποτε, οργισμένη, να πετάξει μακριά τούτο το άχθος αρούρης, το κακοποιό. Αυτό είναι το ένα τέλος του βιβλίου. Υπάρχει όμως κι άλλο.
Περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση εδώ