Δωρεάν μεταφορικά από 45€
Αποστολή εντός 3 ημερών

Μια «Ἑρμηνεία περὶ τῆς Ἁγίας Τριάδος» σε έναν μεταβυζαντινό κώδικα

Στα άδυτα των αρχείων
Μια «Ἑρμηνεία περὶ τῆς Ἁγίας Τριάδος» σε έναν μεταβυζαντινό κώδικα

Με αφορμή τη γιορτή του Αγίου Πνεύματος και της Αγίας Τριάδος, ξεφυλλίζουμε ένα πολύ ενδιαφέρον μεταβυζαντινό χειρόγραφο της συλλογής του Ιστορικού και Παλαιογραφικού Αρχείου του ΜΙΕΤ. Μεταξύ των περιεχoμένων του συναντάμε και μια «Ἑρμηνεία περὶ τῆς Ἁγίας Τριάδος».

 

Στο φ. 24r–v του χειρογράφου της συλλογής ΙΠΑ / ΜΙΕΤ, αρ. 107 (17ος–18ος αιώνας) έχει καταγραφεί ένα κείμενο με τον τίτλο «Ἑρμηνεία περὶ τῆς Ἁγίας Τριάδος», το οποίο ξεκινάει με μια σειρά ερωταποκρίσεων: «Ἐρώτησις α΄. Τί ἐστι Θεός; ἀπόκρισις, Θεὸς ἐστὶν οὐσία νοερά, ἀθεώρητός τε καὶ ἀνερμήνευτος» κλπ.

 

 

agia-triada-2

 

 

agia-triada-3

 

 

Το κείμενο δεν είναι δύσκολο να ταυτιστεί με το αποδιδόμενο στον Μεγάλο Αθανάσιο Ἕτεραί τινες ἐρωτήσεις (Quaestiones aliae), το οποίο όμως η έρευνα θεωρεί ψευδεπίγραφο.[1]

 

 

agia-triada-4

 

 

Το χειρόγραφό μας δεν περιλαμβάνει ολόκληρο το πρωτότυπο κείμενο, αλλά σταματά σχετικά νωρίς, στο σημείο όπου εξηγείται η θέση του Αγίου Πνεύματος στην Αγία Τριάδα και γίνεται η παραβολή του Θεού με τον ήλιο. Το ενδιαφέρον στο σημείο αυτό είναι ότι στο χειρόγραφο το σημείο αυτό διαφέρει από το γνωστό κείμενο, εισάγοντας μια μεταφορά που συνδέει τον ήλιο με τον προφήτη Ηλία. Έτσι, ενώ το κείμενο στις γνωστές εκδοχές του έχει ως εξής:[2] «Ἰδοὺ λοιπόν, ὥσπερ ὃν οὐκ οἴδαμέν ποτε, οὐδὲ γινώσκειν δυνάμεθα, ποταπὸς ἦν· ὅταν δὲ ἴδωμεν τὴν εἰκόνα αὐτοῦ, τότε μικρὸν κατανοοῦμεν τὸν χαρακτῆρα τοῦ προσώπου αὐτοῦ· οὕτω μοι νόει καὶ περὶ τοῦ Θεοῦ», το απόσπασμα στο χειρόγραφό μας έχει ως εξής (φ. 24v): «Ἰδοὺ λοιπὸν ὥσπερ οὐκ οἴδαμεν τὸν Ἡλίαν τὸν θεσβίτην, ἐκεῖνον τὸν μέγαν προφήτην, ἐκεῖνον μὲν οὐ γινώσκομεν ποταπὸς ἦν, ὅταν δὲ ἴδωμεν τὴν εἰκόνα αὐτοῦ τότε κατανοοῦμεν μικρὸν τὸν χαρακτῆρα τοῦ προφήτου Ἡλίου». Το κείμενο σταματά απότομα σε αυτό το σημείο. Δεν γνωρίζουμε αν ο γραφέας μας αντιγράφει από μια άλλη εκδοχή ή προσπαθεί να δημιουργήσει ο ίδιος μια παραλλαγή για δική του χρήση.

 

Η χρήση του συγκεκριμένου κειμένου και η επιχειρούμενη ενδεχομένως από τον γραφέα παραλλαγή μπορεί να συνδέεται με τον ίδιο το χαρακτήρα του κώδικα. Τα κείμενα με τη δομή των ερωταποκρίσεων είχαν χαρακτήρα παιδαγωγικό, καθώς διευκόλυναν την κατανόηση του περιεχομένου, αλλά και τη διατήρησή του στη μνήμη του αναγνώστη ή ακροατή.

 

Μάλιστα ο συγκεκριμένος κώδικας, στο σύνολό του, φαίνεται πως είχε διττό χαρακτήρα: εκπαιδευτικό και χρηστικό. Ο αρχικός του πυρήνας αποτελείται από δύο τμήματα: Το πρώτο περιλαμβάνει ένα αλφαβητικό λεξικό (φφ. 9r–87r, λήμματα «Α–Χ»),

 

 

agia-triada-5

 

 

ενώ το δεύτερο μέρος του (φ. 89r κ.ε.) περιέχει το Περὶ γραμματικῆς συντάξεως κατὰ τὰ ὀκτὼ μέρη τοῦ λόγου, του «σοφωτάτου καὶ λογιωτάτου Διδασκάλου μεγάλου ῥήτορος, ἰατροῦ τε ἀρίστου, κυρίου, κυρίου Ἀλεξάνδρου, τοῦ ἐκ Κωνσταντινουπόλεως».

 

 

agia-triada-6

 

 

Πρόκειται φυσικά για τη γραμματική που συνέγραψε ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος (1641–1709) και τυπώθηκε στη Βενετία το 1745.[3]

 

 

agia-triada-7

 

 

Τα δύο τμήματα αρχικά ήταν ίσως αυτόνομα, όπως φαίνεται από το κτητορικό σημείωμα στο πάνω περιθώριο της πρώτης σελίδας της γραμματικής (φ. 89r: «καὶ τόδε πρὸς τοῖς ἄλλοις Κωνσταντίου ἱερομονάχου τοῦ ἐκ Μυτιλήνης»).[4]

 

 

agia-triada-8

 

 

Στη συνέχεια όμως σταχώθηκαν μαζί, πιθανόν από τον ίδιο τον κτήτορα, ο οποίος τοποθέτησε το λεξικό στην αρχή του κώδικα. Στο λεξικό φαίνεται ότι μετά τα πρώτα λήμματα κάθε γράμματος ακολουθούσαν λευκά φύλλα, με σκοπό ίσως τη συμπλήρωση των λημμάτων ή την προσθήκη παραδειγμάτων, όπως συνηθιζόταν. Τα φύλλα συμπληρώθηκαν τελικά, αλλά όχι με λήμματα του λεξικού.

 

Ο γραφέας, που υποθέτω ότι ταυτίζεται με τον κτήτορα του σημειώματος του φ. 89, κατέγραψε σε αυτά —σε δύο φάσεις, όπως φαίνεται από τον τρόπο γραφής— διάφορα κείμενα που θα του ήταν χρήσιμα για το λειτούργημά του. Ο κληρικός κτήτορας και γραφέας του κώδικα ίσως είχε ανάγκη κείμενα που θα τον βοηθούσαν στην εκτέλεση των καθηκόντων του, στο κήρυγμα, στη διδαχή, στις διοικητικές εκκλησιαστικές πράξεις. Γι’ αυτό τα φύλλα συμπληρώθηκαν με πατερικά αποσπάσματα, κηρύγματα,[5] δείγματα επιστολών,[6] συμμαρτυρίες,[7] μια «εγκλαβή» και ένα προοίμιο «εγκλαβής»[8]

 

 

agia-triada-9

 

 

και άλλα κείμενα ηθικού,[9] πνευματικού[10] και παιδαγωγικού χαρακτήρα.[11] Τέτοιου χαρακτήρα είναι και το κείμενο περί της Αγίας Τριάδος στο οποίο αναφερθήκαμε αρχικά. Πάντως ο κάτοχος και δημιουργός του κώδικα δείχνει να είναι λόγιος, με γνώση λατινικών, τα οποία παρεισφρέουν σε πολλά μέρη του κώδικα, είτε ως μεταφράσματα είτε ως φράσεις και εκφράσεις.[12]

 

 

agia-triada-10

 

 

Ο κώδικας είναι γραμμένος σε τρεις φάσεις, όπως φαίνεται από το χαρακτήρα των γραφών. Στην πρώτη φάση (ίσως στο τέλος του 17ου αιώνα), στην οποία ανήκουν η γραμματική και το λεξικό, ο γραφέας είναι πειθαρχημένος, η γραφή κομψή, επιμελημένη, το κείμενο έχει ωραία επίτιτλα και κομψά πρωτογράμματα με κόκκινη μελάνη. Στη δεύτερη φάση, κατά τη συμπλήρωση των λευκών φύλλων του λεξικού κυρίως, ο γραφέας διατηρεί την κομψότητα στη γραφή του, αλλά δεν προσθέτει κανένα διακοσμητικό στοιχείο. Από αυτήν προέρχεται και η αντιγραφή του αποσπάσματος από τις ερωταποκρίσεις περί Αγίας Τριάδος. Στην τρίτη φάση χαλαρώνει η πειθαρχία του γραφέα, η γραφή γίνεται πιο ακατάστατη, βιαστική, με μεγαλύτερους χαρακτήρες, παχύτερο το ίχνος της μελάνης, χωρίς απαιτήσεις φιλοκαλίας.

 

Η ιστορία του κώδικα και των «στρωμάτων» στη σύνθεσή του είναι πολύ πιθανό να συνδέεται με την ιστορία του ίδιου του γραφέα — εφόσον βέβαια πρόκειται για το ίδιο πρόσωπο με τον κτήτορα του κώδικα, όπως υποθέτουμε. Αν στην πρώτη περίπτωση αυτός βρισκόταν πιο κοντά σε σχολικά και λόγια περιβάλλοντα, στην τελευταία φάση είναι πολύ πιθανό να ασκεί τα καθήκοντά του ως κληρικός, ίσως και ως δάσκαλος, και τον απορροφά περισσότερο η χρηστικότητα των κειμένων που σχετίζεται με την καθημερινότητά του και το βιοπορισμό του. Βάσει εσωτερικών μαρτυριών, υποθέτουμε πως ο Κωνστάντιος σχετιζόταν με την περιοχή των Δωδεκανήσων και μάλιστα με τη Ρόδο. Στο φ. 19v έχει καταγραφεί μια σειρά περιοχών: «Ἀρταμίτη / Ἅγιος Ἰσίδωρος. Ἀλάδερμα, Ἔμπωνας, Κάστελος. / Ἅγιος Φιλήμων / Πλακιά, Ἀρνῆθα. Προφύλια. Ἴστριθος. Μονόληθος. Σιάνα / Σκιάδι / Κατταβιά. Μεσαναγρός. / Ἐλεούσης Δημηλιὰς / Πλατανιά, Ἀρχίπολις, Δημηλιάς, Πάλακος».

 

 

agia-triada-11

 

 

Πρόκειται για τοπωνύμια της Ρόδου. Μάλιστα  το όνομα που ξεχωρίζει κάθε φορά σχετίζεται με ένα μοναστήρι. Έτσι στην πρώτη ομάδα η Αρταμίτη ταυτίζεται με τη μονή του Αγίου Ιωάννη του Αρταμίτη, που βρίσκεται στο κέντρο περίπου της περιοχής μεταξύ των χωριών Άγιος Ισίδωρος, Έμπωνας, Λάερμα. Όμοια ο Άγιος Φιλήμων είναι ένα μοναστήρι στην περιοχή κοντά στα χωριά Απολακιά, Αρνίθα, Προφίλια, Ίστριος, ενώ λίγο πιο απομακρυσμένα βρίσκονται τα χωριά Μονόλιθος και Σιάνα. Και τα δυο αυτά μοναστήρια είναι γνωστά για τη μεγάλη κτηματική περιουσία που κατείχαν.[13] Ο ιερομόναχος Κωνστάντιος ίσως ενδιαφερόταν για τις περιφέρειες των μονών που αναφέρει, των οποίων τα χωριά μπορεί να σχετίζονταν δικαιοδοτικά ή και οικονομικά με τις μονές, ενώ ο ίδιος, ως κληρικός, ίσως είχε κάποιο ρόλο στη σχέση αυτή.

 

Επιπλέον, στο φ. 53v, απαντά ένα κείμενο που ο γραφέας το έχει τιτλοφορήσει: «Περὶ τοῦ ἁγίου Καρπάθου κυρίου Νεοφύτου».

 

 

agia-triada-12

 

 

Στην πραγματικότητα πρόκειται για γράμμα εγκατάστασης αρχιερέα, δηλαδή για τα πατριαρχικά εκείνα γράμματα που εκδίδονταν μετά την εκλογή και τη χειροτονία ενός αρχιερέα και που τον συνόδευαν κατά την εγκατάστασή του στην επισκοπή της ευθύνης του. Σε αυτά εκφράζονταν συνήθως, με κοινούς τόπους, η αξία του αξιώματος, οι ευθύνες του και οι ευθύνες των πιστών, οι οποίοι θα όφειλαν στο εξής να συμβάλλουν στο έργο του, αναγνωρίζοντάς τον ως γνήσιο ποιμένα τους. Τέτοιο είναι και το εν λόγω κείμενο. Ποιος είναι όμως ο Νεόφυτος τον οποίο αναφέρει ο τίτλος; Αν λάβουμε υπόψη μια χρονολογική ένδειξη που μας δίνει ο ίδιος ο γραφέας στο φ. 69r, «αψιδ δεκεμβρίου 19»,

 

 

agia-triada-13

 

 

τότε εκείνος που συνάδει καλύτερα με το χρονικό πλαίσιο σύνθεσης του κώδικα είναι ο Νεόφυτος Α΄ Γριμάνης (1680–1722).[14] Ο Νεόφυτος, λόγω καταγωγής, συνδέθηκε ιδιαίτερα με τη μονή της Πάτμου, την οποία βοήθησε τόσο ώστε να ονομαστεί «δεύτερος κτίτωρ» της και στην οποία επέστρεψε μετά την παραίτησή του από τα μητροπολιτικά του καθήκοντα το 1722 έως το θάνατό του το 1729. Κατά τις πολλές εργασίες συντήρησης ή ανοικοδόμησης κτισμάτων στην Πάτμο προσκαλούσε τεχνίτες και από τη Ρόδο.[15] Ωστόσο στις μέχρι τώρα γνωστές αρχειακές μαρτυρίες δεν συναντάται κάποια ιδιαίτερη σχέση του με το νησί της Ρόδου, όπου υποθέτουμε ότι βρισκόταν ο ιερομόναχος Κωνστάντιος τον καιρό που συνέθετε τον κώδικα στον οποίο αναφερόμαστε, καθώς δεν ανήκε στη δικαιοδοσία του επισκόπου Καρπάθου.[16] Επομένως ο Μυτιληνιός ιερομόναχος Κωνστάντιος κατέγραψε το κείμενο αυτό είτε επειδή το θεώρησε κατάλληλο για τη συλλογή σχετικών κειμένων του κώδικά του, είτε επειδή συνδεόταν με κάποιον άλλο τρόπο με τον Νεόφυτο ή/και την Κάρπαθο, ακόμη και την Πάτμο. Πάντως η παρουσία του κειμένου ενισχύει την υπόθεση σύνδεσης του Κωνστάντιου με την περιοχή των Δωδεκανήσων την περίοδο αυτή.

 

Από τα κείμενα που παρεμβάλλονται στον κώδικα ενδιαφέρον παρουσιάζει η τμηματική και σε συνέχειες αντιγραφή των «ιστοριών» που συνάχθηκαν από την ομιλία του Γρηγορίου Θεολόγου για τα Φώτα (φ. 51v): «Συναγωγὴ καὶ ἐξήγησις ὧν ἐμνήσθη ἱστοριῶν ὁ ἐν ἁγίοις Γρηγόριος, ἐν τῷ εἰς τὰ ἅγια φῶτα λόγῳ».

 

 

agia-triada-14

 

 

Το κείμενο αυτό, που αποδίδεται στον αβά Νόννο,[17] φαίνεται ότι αποτελούσε συχνά μέρος των σχολικών και σύμμεικτων μεταβυζαντινών χειρογράφων, στα οποία οι αντιγραφείς περιλάμβαναν διάφορα κείμενα που παρείχαν πληροφορίες γύρω από την ιερή και τη γενική ιστορία και ικανοποιούσαν τόσο την εκπαιδευτική διαδικασία όσο και την απλή φιλομάθεια. Ο Κωνστάντιος το αντιγράφει σταδιακά, προσθέτοντας τις ιστορίες μετά το στοιχείο «Κ» του λεξικού (φ. 51v) έως και μετά το στοιχείο «Τ» (φ. 80r).

 

Στο ίδιο πλαίσιο πρέπει να κατανοήσουμε και την παρουσία δύο άλλων κειμένων στην αρχή του χειρογράφου: «Ἐπιστολὴ ἣν ἔστειλε Πιλάτος Πόντιος πρὸς βασιλέα Τιβέριον μετὰ τὸ σταυρωθῆναι καὶ ἀναστῆναι τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστὸν» (φ. 1r) και «Ἀντίγραμμα Καίσαρος πρὸς Πόντιον Πιλάτον, κατηγορητικὸν» (φ. 4r). Τα δύο κείμενα ανήκουν στην απόκρυφη παράδοση του «κύκλου του Πιλάτου», όπως ονομάζεται, καθώς δεν αποτελούν γνήσια κείμενα, αλλά μεσαιωνικές κατασκευές με σκοπό τη «συμπλήρωση» των κενών των Γραφών και την ικανοποίηση της «ιστορικής» περιέργειας των πιστών.[18]

 

 

agia-triada-15

 

 

Το χειρόγραφο που εξετάσαμε με αφορμή την παρουσία σε αυτό μιας «Ἑρμηνείας περὶ τῆς Ἁγίας Τριάδος» αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα ενός σύμμεικτου μεταβυζαντινού κώδικα, με την ιδιαιτερότητα ότι η σύνθεσή του «πατάει» πάνω σε προγενέστερο υλικό που σχετίζεται με τη γραμματική εκπαίδευση (λεξικό, γραμματική). Πάνω σε αυτό —ή καλύτερα γύρω από αυτό— ο κάτοχος και γραφέας αντέγραψε και καταχώρισε πλήθος υλικού με εκπαιδευτικό και χρηστικό χαρακτήρα. Η μελέτη αυτού του είδους του υλικού μπορεί να συμβάλει ώστε να κατανοήσουμε καλύτερα το κοινωνικό και πολιτισμικό περιβάλλον μέσα στο οποίο δρούσαν τα υποκείμενα την περίοδο που μας ενδιαφέρει, καθώς επίσης το πώς διαμορφώνονταν τα φιλολογικά και αισθητικά γούστα τους και πώς τα υποκείμενα συμμετείχαν, το καθένα με τον τρόπο του, στις κοινωνικές και πολιτισμικές αυτές διαδικασίες μέσα από την καθημερινότητα, τις ανάγκες και τις επιθυμίες τους.

 

 

Σταύρος Γριμάνης

ΙΠΑ / ΜΙΕΤ

 

 

[1] PG 28, στ. 774–796. Για τα χειρόγραφα που φέρουν το κείμενο, βλ. https://pinakes.irht.cnrs.fr/notices/oeuvre/11860/

[2] «οὕτω καὶ τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον καὶ μετὰ τοῦ Πατρός ἐστι, καὶ μετὰ τοῦ Υἱοῦ, καὶ ἄνω καὶ κάτω, καὶ πάντα ἄνθρωπον φωτίζει, καὶ οὐ λείπει ποτέ. “Τὸ γὰρ Πνεῦμα τὸ ἅγιον”, φησὶν ὁ ἀπόστολος Παῦλος, “πάντα ἐρευνᾷ, καὶ τὰ βάθη τοῦ Θεοῦ”. Ἰδοὺ λοιπόν, ὥσπερ ὃν οὐκ οἴδαμέν ποτε, οὐδὲ γινώσκειν δυνάμεθα, ποταπὸς ἦν». PG 28, στ. 777.

[3] Γραμματικὴ περὶ συντάξεως τοῦ Εὐσεβεστάτου, Ἐξοχωτάτου, καὶ Σοφωτάτου Αὐθέντου Κυρίου Κυρίου Ἀλεξάνδρου Μαυροκορδάτου, Τοῦ μεγάλου Λογοθέτου τῆς Ἀνατολικῆς τοῦ Χριστοῦ μεγάλης Ἐκκλησίας, καὶ ἐξ Ἀποῤῥήτων τῆς Κραταιᾶς Βασιλείας τῶν Ὀθωμανῶν. Ὁμοῦ καὶ ἑτέρα Μιχαὴλ τοῦ Συγγέλου Τοῦ Ἀποστολικοῦ Θρόνου τῶν Ἱεροσολύμων […] Ἐπιμελείᾳ καὶ διορθώσει Ἀλεξάνδρου Καγκελλαρίου τοῦ Ἰατροφιλοσόφου, Ἐνετίησι 1745: Παρὰ Νικολάῳ Γλυκεῖ τῷ ἐξ Ἰωαννίνων.

[4] Πιθανόν να πρόκειται για τον ιερομόναχο Κωνστάντιο εκ Μυτιλήνης, που αναφέρεται ως γραφέας του χφ. Άθως, Βατοπέδι, 538, περίπου την ίδια περίοδο με εκείνη της σύνθεσης του εδώ σχολιαζόμενου κώδικα. Βλ. Λ. Πολίτης / Μ. Πολίτη, «Βιβλιογράφοι 17ου–18ου αιώνα. Συνοπτική καταγραφή», Δελτίο του Ιστορικού και Παλαιογραφικού Αρχείου / ΜΙΕΤ 6 (1994), 528, πρβλ. S. Eustratiades / Arcadios, Catalogue of the Greek Manuscripts in the Library of the Monastery of Vatopedi on Mt. Athos, Cambridge 1924, 110, αρ. 538 («ᾳψκδ΄Δεκεμβρίου γ΄ ἐτελειώθη Κωνσταντίου ἱερομονάχου τοῦ ἐκ νήσου Μυτιλήνης»). Για την εδώ σύντομη παρουσίαση δεν κατέστη δυνατό να γίνει έλεγχος, τον οποίο θα πραγματοποιήσουμε στο πλαίσιο της περαιτέρω έρευνας του κώδικα.

[5] «Λογίδρια» τα ονομάζει. Για παράδειγμα: «Λόγος εἰς τὴν Κοίμησιν τῆς Θεοτόκου» (φ. 15v), «Λογίδριον» (φ. 25r), «Λογίδριον εἰς τὴν λαμπροφόρον ἀνάστασιν» (φ. 30r) κλπ.

[6] Για παράδειγμα: φ. 15r, αρχή («Τὴν ὑμετέραν πανιερώτητα ἀσπασίως προσαγορεύομεν…») και φ. 44v.

[7] φ. 19r («Συμμαρτυρία τοῦ ἱερωθῆναι μέλλοντος»).

[8] φφ. 73r και 56v. Οι εγκλαβές ήταν τα προικοσύμφωνα· βλ. Θ. Ν. Φιλαδελφεύς, «Τα τραχώματα», Αρμονία 6–7 (1909), 258–268, ιδίως 258.

[9] φ. 31v («Ἄμεινον πράττειν μὴ λέγοντα ἢ λέγειν μὴ πράττοντα»), φ. 34v («Περί φιλαργύρου Χρυσοστόμου, Γνωμικόν»), φ. 40r («Χρή τὴν μὲν ἔχθραν εἰς ὕδωρ γράφειν…»).

[10] φ. 26r («Περὶ ἱερέως»), φ. 67r («Περὶ ἐξομολογήσεως»).

[11] φ. 40v (για τις εποχές), φ. 80r («Περὶ τῶν δώδεκα ἐξαιρέτων λίθων»), φ.88r («ἀπὸ Ἀδὰμ ἕως Νῶε γενεαὶ δέκα γεγόνασι»).

[12] φφ. 3r, 6v, 18r, 57r (σειρές λέξεων στα λατινικά με τις αντίστοιχες στα ελληνικά). Στο φ. 25r οι πρώτοι στίχοι του κειμένου φέρουν στα διάστιχα λατινικές μεταφράσεις των ελληνικών λέξεων.

[13] Για τη μονή του Αγίου Φιλήμονα, βλ. Χ. Κουτελάκης, «Οι σταυροί του Αγίου Φιλήμονα της Ρόδου», Χάρις Χαίρε. Μελέτες στη μνήμη της Χάρης Κάντζια, τ. 2, Αθήνα 2004, 175–194.

[14] Ν. Τσουλκανάκης, «Ὁ ἀρχιεπίσκοπος Καρπάθου Νεόφυτος Γριμάνης», Εκκλησία και Θεολογία 4 (1983), 201–238.

[15] Στο ίδιο, 217–218 και 220–221.

[16] Για την Εκκλησία της Ρόδου, βλ. Τ. Ευαγγελίδης, «Εκκλησία Ρόδου», ΕΕΒΣ 6 (1929), 145–179. Πρβλ. Ε. Κωνσταντινίδης, «Συμβολή εις την εκκλησιαστικήν ιστορίαν της Δωδεκανήσου», διδ. διατρ., Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, 1968, 112 κ.ε. και 125 κ.ε.(για την Κάρπαθο). Γενικότερα για την περίοδο, βλ. Ζ. Τσιρπανλής, Στη Ρόδο του 16ου–17ου αιώνα. Από τους Ιωαννίτες Ιππότες στους Οθωμανούς Τούρκους, Ρόδος 2002 και Χ. Παπαχριστοδούλου, Ιστορία της Ρόδου, Αθήνα 1994, ιδίως 399 κ.ε. Για την Κάρπαθο την περίοδο που μας ενδιαφέρει, βλ. Μ. Γ. Μιχαηλίδης Νουάρος, Ιστορία της νήσου Καρπάθου (Δωδεκανήσου), Αθήνα 1940, ιδίως 396 κ.ε.

[17] Για μια επισκόπηση των χειρογράφων στα οποία περιλαμβάνεται, βλ. https://pinakes.irht.cnrs.fr/notices/oeuvre/8295/. Όμοιες συλλογές έχουν εκδοθεί: Νόννου συναγωγὴ καὶ ἐξήγησις, ὧν ἐμνήσθη ἱστοριῶν ὀ ἐν ἁγίοις πατὴρ ἡμῶν Γρηγόριος τῶν ἐν τῷ πρώτῳ στηλιτευτικῷ κατὰ Ἰουλιανοῦ, PG 36, στ. 985–1036. Νόννου συναγωγὴ καὶ ἐξήγησις, ὧν ἐμνήσθη ἱστοριῶν ὀ ἐν ἁγίοις πατὴρ ἡμῶν Γρηγόριος τῶν ἐν τῷ κατὰ Ἰουλιανοῦ στηλιτευτικῷ δευτέρῳ, PG 36, στ. 1036–1058 και Τοῦ Ἀββᾶ Νόννου συναγωγὴ καὶ ἐξήγησις, τῶν ἑλληνικῶν ἱστοριῶν, ὧν ἐμνήσθη ὁ πάνσοφος καὶ ἐν ἁγίοις μέγας Γρηγόριος ὁ Θεολόγος εἰς τὸν ἐπιτάφιον τοῦ ἐν ἁγίοις πατρὸς ἡμῶν καὶ μεγάλου Βασιλείου, PG 36, στ. 1058–1066. Οι συναγωγές αυτές βρίσκονται συχνά σε μεταβυζαντινούς κώδικες που περιλαμβάνουν σχολικό, εκπαιδευτικό ή ψυχαγωγικό υλικό.

[18] Βλ. J. K. Elliott, The Apocryphal New Testament. A Collection of Apocryphal Christian Literature in an English Translation, Οξφόρδη 1993, 205–227.