Δωρεάν μεταφορικά από 45€
Αποστολή εντός 3 ημερών

Ο υπολογισμός της γιορτής του Πάσχα

Στα άδυτα των αρχείων
Ο υπολογισμός της γιορτής του Πάσχα

Μεταξύ των πολύτιμων και σπάνιων εντύπων που, χάρη στη φροντίδα των πρωτεργατών και διευθυνόντων κατά το παρελθόν του ΙΠΑ/ΜΙΕΤ, έχουν συγκεντρωθεί στις συλλογές του βρίσκονται και δύο βιβλία τα οποία ασχολούνται με χρονικούς ορισμούς γύρω από το εκκλησιαστικό έτος, και μάλιστα τη γιορτή του Πάσχα.

Πιο συγκεκριμένα, πρόκειται για το Πασχάλιον αἰώνιον, μετὰ καινῆς καὶ συνοπτικῆς μεθόδου, πρόχειρον τοῖς πᾶσιν (Βενετία 1679).[1] Σε αυτό περιλαμβάνονται πίνακες όπου καταγράφονται οι ημερομηνίες του Πάσχα μέχρι και το έτος 2158 (σ. 5–20), σεληνοδρόμιο (σ. 21), μηνολόγιο (σ. 22–27), καθώς και παρακλητικοί κανόνες.

 

 

 

Το δεύτερο είναι ένα Εορτολόγιον, τυπωμένο το 1701 στη Μονή του Συναγόβου (Snagov) στη Ρουμανία.[2] Το βιβλίο αποτελεί πόνημα του γνωστού λόγιου κληρικού του 18ου αιώνα Σεβαστού Κυμινήτη από την Τραπεζούντα.

 

 

 

Σε αυτό περιλαμβάνονται θεματικές που σχετίζονται με τους υπολογισμούς των εορτών, τόσο θεολογικά και ιστορικά όσο και αστρονομικά. Ειδικά από τη σ. 161 του πρώτου μέρους και σε όλο το τρίτο μέρος του (σ. 173 κ.ε.) μέχρι το τέλος ασχολείται με τα ζητήματα που σχετίζονται με τη γιορτή του Πάσχα και τον ορισμό του στο πλαίσιο του εκκλησιαστικού εόρτιου κύκλου.

 

 

 

Ο υπολογισμός της εορτής του Πάσχα ορίστηκε κατά την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο. Τρεις είναι οι όροι βάσει των οποίων γίνεται ο υπολογισμός αυτός:[3]

Α. Την πρώτη Κυριακή
Β. Μετά την πρώτη πανσέληνο
Γ. Μετά την εαρινή ισημερία.
Ο λόγος γι’ αυτόν τον τρόπο υπολογισμού γίνεται κατανοητός αν ληφθεί υπόψη το κοινωνικοϊστορικό πλαίσιο της εποχής εκείνης. Η Εκκλησία είχε ήδη πίσω της μια ιστορία τριών αιώνων, κατά τους οποίους γνώρισε διωγμούς και διαιρέσεις, αλλά παράλληλα συνδέθηκε και συμπορεύτηκε με την κρατική εξουσία από την περίοδο της ηγεμονίας του Μ. Κωνσταντίνου και εξής. Η στενή της σχέση με την αυτοκρατορική εξουσία και οι νέες λειτουργίες που αναλάμβανε σταδιακά ως αυτοκρατορική θρησκεία τής επέτρεπαν πλέον ―και ως ένα βαθμό τής επέβαλλαν― αφενός να διαφυλάξει την ενότητά της στο εσωτερικό της και αφετέρου να διαφοροποιηθεί ριζικά από τις προγενέστερες θρησκευτικές παραδόσεις.[4]

 

 

 

Σε επίπεδο λατρευτικής πρακτικής αυτό το επεδίωξε μέσω ενός κοινού, οικουμενικού εορτασμού της Ανάστασης του Κυρίου, που αποτελεί το επίκεντρο της θεολογίας της, ο οποίος δεν θα συγχεόταν με το ιουδαϊκό Πάσχα και θα νοηματοδοτούσε ολόκληρο τον ενιαύσιο κινητό λειτουργικό κύκλο. Με τον παραπάνω ορισμό, που βασιζόταν σε ένα αστρονομικό, άρα επιστημονικό και αντικειμενικό, υπολογισμό, επιτύγχαναν ταυτόχρονα και τα δύο, αποφεύγοντας διχόνοιες, αλλά και συγχύσεις.

 

 

 

Όπως είναι λογικό, ο υπολογισμός βασιζόταν σε παρατηρήσεις που πραγματοποιούνταν με τις επιστημονικές δυνατότητες της εποχής. Όταν πάρθηκε η σχετική απόφαση, ανατέθηκε στην Εκκλησία της Αλεξάνδρειας, με τη σπουδαία παράδοση στην αστρονομία, να ορίσει το «αιώνιο πασχάλιο», δηλαδή τον κατ’ έτος υπολογισμό της ημερομηνίας της εορτής με βάση τους τρείς παραπάνω όρους. Για να γίνει αυτό, οι αστρονόμοι διαμόρφωσαν πίνακες με βάση δύο βασικούς άξονες: τους αστρονομικούς κύκλους του ήλιου (ισημερία) και της σελήνης (πανσέληνος). Ο πρώτος βασιζόταν στους υπολογισμούς των αστρονόμων που κατάρτισαν το ιουλιανό ημερολόγιο.[5] Ο δεύτερος βασιζόταν σε έναν αντίστοιχο αστρονομικό κύκλο για τη σελήνη, υπολογισμένο από τον αστρονόμο Μέτωνα, απ’ όπου πήρε και το όνομά του: «μετώνειος κύκλος της σελήνης».

 

 

 

Με το πέρασμα των αιώνων και τη βελτίωση των μέσων παρατήρησης αποδείχτηκε ότι και τα δύο αυτά ημερολόγια είχαν απόκλιση από τους πραγματικούς κύκλους των δύο σωμάτων, όπως προκύπτουν κατά την παρατήρησή τους από την γη. Ήδη στα μέσα του 16ου αιώνα η αστρονομική διαφορά έφτανε τις 10 ημέρες για τον ηλιακό κύκλο και τις 4–5 ημέρες για τον μετώνειο. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα ο ορισμός που αναφέρθηκε πιο πάνω να πέφτει πλέον έξω σε σχέση τόσο με την πραγματική εαρινή ισημερία όσο και με την πραγματική πανσέληνο.

 

 

 

Το δεύτερο μισό του 16ου αιώνα ο μεταρρυθμιστής πάπας Γρηγόριος ΙΓ΄ (1502–1585), επικεφαλής ενός θεσμού που έχανε το κύρος της και την αξιοπιστία του, κυρίως όμως τη μοναδικότητα της αυθεντίας του, μέσα σε μια Ευρώπη που σπαρασσόταν από θρησκευτικές συγκρούσεις, διέταξε, στο πλαίσιο μιας σειράς πρωτοβουλιών για την ανασύνταξη των δυνάμεων της Εκκλησίας, και την επίλυση του αστρονομικού προβλήματος μέσω της εφαρμογής ενός διορθωμένου ημερολογίου.[6] Με τους νεότερους υπολογισμούς και τις προβλέψεις η απώλεια των δέκα ημερών συμπληρωνόταν, ενώ διορθωνόταν σε μεγάλο βαθμό και το σφάλμα μέτρησης απ’ όπου προέκυπτε η απόκλιση. Παράλληλα διόρθωσε και τον μετώνειο σεληνιακό κύκλο. Το αποτέλεσμα ήταν το νέο ημερολόγιο, το «γρηγοριανό», όπως ονομάστηκε, να διαφέρει κατά 10 ημέρες από το παλαιότερο ιουλιανό. Το διορθωμένο ημερολόγιο όμως δεν γνώρισε την οικουμενική αποδοχή που ανέμενε ο πάπας. Ορισμένα κράτη της δυτικής Ευρώπης αρνήθηκαν να το εφαρμόσουν,[7] ενώ και η Ανατολική Εκκλησία, μετά από διάλογο που αναπτύχθηκε με κύριο εκπρόσωπο τον οικουμενικό πατριάρχη Ιερεμία Β΄ τον Τρανό (1536–1595), δεν αποδέχτηκε τη μεταρρύθμιση και απαγόρευσε τη χρήση του στις κοινότητές της.[8]

 

 

 

Η άρνηση εκ μέρους της Ανατολικής Εκκλησίας μπορεί να αποδοθεί κυρίως σε πολιτικοϊστορικούς λόγους, καθώς η υιοθέτηση μιας τέτοιας μεταρρύθμισης θα μπορούσε να έχει σοβαρές συνέπειες για τη ζωή και την επιβίωση των ελληνορθόδοξων κοινοτήτων εντός και εκτός της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Για την κατανόηση των πράξεων και των συμπεριφορών των ανθρώπων της περιόδου θα πρέπει να λαμβάνεται οπωσδήποτε υπόψη η βαθιά θρησκευτική διάσταση των κοινωνιών της εποχής και αντιστρόφως η πολιτική διάσταση της θρησκείας: Η ισχύς της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας και η αντιμεταρρυθμιστική επεκτατική πολιτική της επέτειναν την αγώνα επιβίωσης των ελληνορθοδόξων σε ένα περιβάλλον με αλλόθρησκες και αλλόδοξες πολιτικές αρχές. Το λειτουργικό  στοιχείο (rito) στον αγώνα αυτό έπαιζε καθοριστικό ρόλο στην ταυτοτική σύσταση των κοινοτήτων. Το παράδειγμα των ελληνορθόδοξων κοινοτήτων της Κάτω Ιταλίας, που σταδιακά είχαν αφομοιωθεί από τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, αποτελούσε σημείο αναφοράς για τους ηγέτες της Ανατολικής Εκκλησίας.

 

 

 

Έτσι στην Ανατολική Εκκλησία το ιουλιανό ημερολόγιο διατηρήθηκε για πάνω από τρεις αιώνες. Ακόμη και μετά το 1924, οπότε τέθηκε σε εφαρμογή και στην Ελληνική Εκκλησία το μεταρρυθμισμένο ημερολόγιο, η αλλαγή έγινε μόνο για τον ακίνητο κύκλο των εορτών, ενώ για τον κινητό ετήσιο κύκλο, που ορίζεται από το Πάσχα, διατηρείται μέχρι και σήμερα ο υπολογισμός με βάση το ιουλιανό ημερολόγιο και τον μετώνειο κύκλο.
Γι’ αυτόν το λόγο παρατηρούνται οι κατ’ έτος διαφορές στις ημερομηνίες εορτασμού του Πάσχα από τις δύο εκκλησίες. Υπάρχουν μάλιστα περιπτώσεις, όπως φέτος, που η διαφορά ξεπερνάει τον ένα μήνα. Αυτό συμβαίνει εξαιτίας τόσο της διαφοράς των 13 -πλέον- ημερών στον υπολογισμό της εαρινής ισημερίας (21 Μαρτίου + 13 ημέρες) όσο και της απόκλισης του μετώνειου κύκλου της σελήνης από τον πραγματικό κύκλο, που μπορεί να οδηγήσει σε ορισμό του Πάσχα μετά από δύο πανσελήνους, όπως φέτος.

 

 

 

 

Έτσι, όπως βλέπουμε στους πίνακες στο Πασχάλιον του 1679, το Πάσχα του 2024, το οποίο σημειώνεται ως δίσεκτο, προβλέπεται για τις 22 Απριλίου. Όντως, αν προστεθούν και οι 13 ημέρες της διαφοράς μεταξύ γρηγοριανού και ιουλιανού ημερολογίου, φτάνουμε στην Κυριακή 5 Μαΐου, οπότε και γιορτάζουμε αυτή τη χρονιά το Πάσχα.

 

 

 

Σε κάθε περίπτωση, όταν εξετάζουμε τις εορτές και τον χρονικό ορισμό τους, αξίζει να έχουμε κατά νου τις παρατηρήσεις του σημαντικού Γερμανού κοινωνιολόγου Norbert Elias: «Ο χρόνος αποτελούσε πρωτίστως μέσο προσανατολισμού στον κοινωνικό κόσμο, διακανονισμού της ανθρώπινης συμβίωσης. Όσες από τις φυσικές αλληλουχίες ήσαν επιδεκτικές ελέγχου και τυποποίησης χρησιμοποιούνταν ως μέσα προσδιορισμού της θέσης ή της διάρκειας των ανθρώπινων δραστηριοτήτων μέσα στη ροή του γίγνεσθαι … Ώστε, όταν οι άνθρωποι μιας κοινωνίας θεωρήσουν για τον α΄ ή β΄ λόγο σημαντικό να επισημάνουν θέσεις και αποστάσεις αλληλοδιάδοχες μέσα στη ροή των γεγονότων, τότε είναι αναγκαία μία δεύτερη σειρά γεγονότων όπου … συγκεκριμένα υποδείγματα μεταβολής επανέρχονται με μια κάποια κανονικότητα. Εν προκειμένω τα επαναλαμβανόμενα υποδείγματα ροής αυτής της δεύτερης σειράς γεγονότων λειτουργούν ως πάγια σημεία αναφοράς … Η φαινομενική κίνηση του ήλιου, η διαδρομή του από το ένα σημείο του ορίζοντα στο άλλο, η κίνηση των δεικτών … αποτελούν παραδείγματα επαναλαμβανόμενων εξελικτικών υποδειγμάτων ικανών να λειτουργούν ως σημεία αναφοράς και μέσα σύγκρισης για διαδρομές άλλων εξελίξεων … Ως κανονιστικά και γνωστικά σύμβολα οι εν λόγω αναφορικές ενότητες λειτουργούν ως μονάδες χρόνου».[9] Οι χρονικοί ορισμοί, ειδικά όσον αφορά τις εορτές, προκύπτουν από τις κοινωνικές νοηματοδοτήσεις και συμπλέκονται με αυτές ως μέσα για την αποτελεσματικότερη λειτουργία τους εντός της κοινωνικής ζωής.

 

 

Σταύρος Γριμάνης, ΙΠΑ/ΜΙΕΤ

 

 

 

[1] Πασχάλιον αώνιον | Μετ καινς, κα συνοπτικς | μεθόδου πρόχειρον τος πᾶσι. | Ἀρχόμενον ἀπὸ Χριστοῦ ἔτη, ᾳχκζ΄ καὶ λῆγον ἕως εἰς | ἔτη ,βονθ΄. Καὶ ἀφ’ οὗ τελειώσῃ, πάλιν ἀρχίζει εἰς τὴν | αὐτὴν ἴδιαν ἀρχήν, μόνον ἡ ἐχρονία παρέρχεται. | Τὰ δὲ ἄλλα πάντα μένουσιν ἀπαραλλάκτως, |ὡς βλέπεις ἐστρωμμένα. | Νεωστ φευρεθέν τε, κα συντεθν | παρ το εὐλαβεστάτου ἐν ἱερεῦσι κυρίου Ματθαίου Τζιγάλα τοῦ | Κυπρίου. Περιέχον καὶ ἑωρτολόγιον πάνυ ὡραῖον, καὶ | εὐκολώτατον. Ἔτι δὲ Σεληνοδρόμιον συντομώτατον.|Τὰ πάντα πρόχειρα τοῖς πᾶσι. νετίησι. Παρ Νικολά τ Γλυκεῖ, τῷ ἐξ Ἰωαννίνων. χοθ΄ [1679]. [ΙΠΑ/ΜΙΕΤ, Παλαίτυπα/Σπάνια, αρ. 21]. Πρβλ. E. Legrand, Bibliographie Hellenique, XVIIe s., τ. 2, αρ. 544. Για τον Ματθαίο, βλ. P. Kitromilides / I. Kyriakantonakis, «Matthaios Kigalas», στο D. Thomas / J. Chesworth (επιμ.), ChristianMuslim Relations. A Bibliographical History, τ. 10: Ottoman and Safavid Empires (1600–1700), Leiden / Boston 2017, 200–208.

[2] ορτολόγιον, | ν | περί τινων ζητημάτων προλαμβανομένων. | Περ κριβος χρονολογίας. | Περ πασν τν ορτν καὶ τῆς αὐτῶν θεωρίας. | Περὶ τοῦ ἁγίου Πάσχα. | Περί τινων ἐκκλησιαστικῶν κανονίων. | Περὶ τοῦ συντομωτάτου μηνολογίου. | Πονηθὲν μὲν | παρὰ τοῦ σοφωτάτου διδασκάλου τῆς ἐν Βουκουρεστίῳ Αὐθεντικῆς | Ἀκαδημίας κυρίου Σεβαστο Τραπεζουντίου το Κυμινήτου. Ἀφιερωθὲν δὲ | τῷ ἐκλαμπροτάτῳ καὶ ὑψηλοτάτῳ αὐθέντῃ καὶ ἡγεμόνι | πάσης Οὐγγροβλαχίας | κυρίῳ κυρίῳ Ἰωάννῃ Κωνσταντίνῳ Βασσαράβᾳ Βοεβόνδᾳ. | Ἀρχιερατεύοντος| τοῦ πανιερωτάτου Μητροπολίτου τῆς αὐτῆς Οὐγγροβλαχίας | κυρίου κυρίου Θεοδοσίου. | Κα νν πρτον τυπωθέν, | παρ νθίμ ερομονάχ Τυπογράφῳ τῷ ξ βηρίας. | Διορθωθν δέ, | παρὰ τοῦ σπουδαιοτάτου ἐν ἱερομονάχοις γνατίου το Φυτιάνου.| ν τ μον το Συναγώβου. ψά [1701]. [ΙΠΑ/ΜΙΕΤ, Παλαίτυπα/Σπάνια, αρ.5]. Πρβλ. E. Legrand, Bibliographie Hellenique, XVIΙIe s., τ. 1, αρ. *2. Για τον Κυμινήτη, βλ. C. Karanasios, Sebastos Trapezuntios Kyminetes (1632–1702). Biographie, Werkheuristik und die editio princeps der Exegese zu »De virtute« des Pseudo-Aristoteles,(Serta Graeca, 10), Wiesbaden 2001.

[3] Για την ιστορία του υπολογισμού του Πάσχα, βλ. πρόχειρα L. Holford-Strevens, The History of Time. A Very Short Introduction, New York 2005, 44 κ.ε.

[4] Για τη συσχέτιση θρησκείας και πολιτικής στο Βυζάντιο, βλ. J. M. Hussey (επιμ.), The Cambridge Medieval History, τ. 4: The Byzantine Empire, Μέρος 3: Government, Church and Civilization, Cambridge 1967, 7 κ.ε. Για τον μεσαιωνικό χριστιανισμό, πρβλ. S. S. Wolin, Politics and Vision. Continuity and Innovation in Western Political Thought, Princeton 2004, 103 κ.ε.

[5] D. E. Duncan, Καλαντάρι. Η ιστορία του ημερολογίου διά μέσου των αιώνων, μτφρ. Γ. Κουσουνέλος, Αθήνα 1998, 59 κ.ε.

[6] C. V. Coyne, S.J. / M. A. Hoskin / O. Federsen (επιμ.), Gregorian Reform of the Calendar. Proceedings of the Vatican Conference to Commemorate its 400th Anniversary, 1582–1982, Vatican City 1983.

[7] Βλ. ενδεικτικά R. Poole, «“Give us our eleven days!”: calendar reform in eighteenth century England», Past and Present 149 (1995), 95–139.

[8] Για μια λεπτομερή διαπραγμάτευση του ιστορικού, με τα σχετικά έγγραφα, βλ. V. Peri, Due date un’unica Pasqua. Le origini della moderna disparità liturgica in una trattativa ecumenica tra Roma e Costantinopoli (1582–84). Con appendice di documenti, Milano 1967.

[9] N. Elias, Περί χρόνου, μτφρ. Θ. Λουπασάκης, Αθήνα 2004, 12 και 19.

 

 

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Οι σημερινές φωτογραφίες μάς ταξιδεύουν στο παρελθόν της περιοχής του Ευαγγελισμού και του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου.
Στα τέλη του 1835, ύστερα από ένα τρικυμιώδες ταξίδι, ο πρίγκιπας Χέρμαν φον Πύκλερ-Μούσκαου, ξακουστός ταξιδιωτικός συγγραφέας και μια από τις μεγαλύτερες ευρωπαϊκές διασημότητες εκείνης της εποχής, αποβιβάζεται στην Πάτρα. Στο πλαίσιο ενός φιλόδοξου ―και τελικά ανεκπλήρωτου― σχεδίου για μια περιήγηση σε ολόκληρο τον κόσμο, θα περάσει περίπου ένα χρόνο στη βαυαροκρατούμενη Ελλάδα, καταγράφοντας τις εντυπώσεις του σε ένα γλαφυρό λογοτεχνικό ημερολόγιο. Την άνοιξη του 1836 φθάνει στην Αθήνα. Κατά τη μακρά διαμονή του στη νεοσύστατη πρωτεύουσα του ελληνικού κράτους θα γνωρίσει και θα συναναστραφεί τον νεαρό βασιλιά Όθωνα και εξέχουσες προσωπικότητες της πολιτικής ζωής του τόπου, θα περιηγηθεί τους δρόμους μιας πόλης που εκείνη ακριβώς τη στιγμή μεταμορφωνόταν από ένα μισοκατεστραμμένο οθωμανικό μεγαλοχώρι σε σύγχρονη ευρωπαϊκή πρωτεύουσα και θα επισκεφτεί φημισμένα αρχαιολογικά μνημεία, που έρχονταν τότε σιγά σιγά ξανά στο φως, χάρη στις συστηματικές ανασκαφικές εργασίες. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η καταγραφή του για τις εορταστικές εκδηλώσεις του ελληνικού Πάσχα.