Δωρεάν μεταφορικά από 45€
Αποστολή εντός 3 ημερών

Οι πολλές ζωές ενός κειμένου: Η μετάφραση της «Κλίμακος» του Ιωάννη Σιναΐτη από το Μάξιμο Μαργούνιο (1590)

Στα άδυτα των αρχείων
Οι πολλές ζωές ενός κειμένου: Η μετάφραση της «Κλίμακος» του Ιωάννη Σιναΐτη από το Μάξιμο Μαργούνιο (1590)

Η τέταρτη Κυριακή της Μεγάλης Τεσσαρακοστής προ του Πάσχα είναι αφιερωμένη στον Ιωάννη της Κλίμακος. Στη συλλογή Παλαιτύπων και Σπανίων του Ιστορικού και Παλαιογραφικού Αρχείου του ΜΙΕΤ φυλάσσεται ένα αντίτυπο της μετάφρασης της Κλίμακος του Ιωάννη από τον Μάξιμο Μαργούνιο, τυπωμένο στη Βενετία το 1590.

ioannis-klimakos-1

ΙΠΑ / ΜΙΕΤ, Παλαίτυπα / Σπάνια, Συλλογή Πέζαρου, αρ. 6

 

 

ioannis-klimakos-2

ΙΠΑ / ΜΙΕΤ, Παλαίτυπα / Σπάνια, Συλλογή Πέζαρου, αρ. 6

 

 

ioannis-klimakos-2a

ΙΠΑ / ΜΙΕΤ, Παλαίτυπα / Σπάνια, Συλλογή Πέζαρου, αρ. 6

 

 

Η Κλίμαξ, αυτό το ιδιαίτερα δημοφιλές κείμενο της βυζαντινής γραμματείας, γραμμένο από τον Ιωάννη Σιναΐτη ή Σχολαστικό τον 6ο/7ο αιώνα, παραμένει μέχρι σήμερα σε χρήση στην Ελληνορθόδοξη Εκκλησία, στο επίκεντρο της προπαρασκευαστικής για το Πάσχα περιόδου.[1]

 

Το κείμενο γνώρισε ευρεία διάδοση σε Ανατολή και Δύση.[2] Μεταφράστηκε σε άλλες γλώσσες, όπως τα λατινικά[3] και τα σλαβικά,[4] αλλά και σε διαφορετικές μορφές της ελληνικής γλώσσας.

 

 

ioannis-klimakos-3

 

Η έρευνα και κατανόηση της διαδικασίας μετάφρασης κειμένων σε διαφορετικές γλώσσες και κυρίως σε διαφορετικές μορφές της ίδιας γλώσσας μπορεί να συμβάλει και στην κατανόηση των ιδιαίτερων κοινωνικών και πολιτισμικών συνθηκών, που διαμόρφωναν ακροατήρια, ανάγκες και πρακτικές. Ο ιστορικός Peter Burke επισημαίνει τον καθοριστικό ρόλο που παίζουν στη διαδικασία αυτή οι κοινότητες (πολιτιστικές, γλωσσικές και πολιτικές), καθώς διαμορφώνουν «γλωσσικούς χώρους» (linguistic domains), που με τη σειρά τους δημιουργούν φιλολογικά γούστα και την ανάγκη της μετάφρασης κατά περίπτωση.[5] Αντίστροφα, αναδεικνύει το πώς  —και αν— τα κείμενα αυτά επενεργούν στη διατήρηση και το βίο των ίδιων των κοινοτήτων. Ιδιαίτερα οι αλληλεπιδράσεις μεταξύ διαφορετικών μορφών της ίδιας γλώσσας είναι σημαντικές για την κατανόηση των ιστορικών διαδικασιών που καθορίζουν την εξέλιξη των ομιλουσών κοινοτήτων (speech communities), τα μέλη των οποίων μπορεί να ανήκουν ταυτόχρονα σε διαφορετικές κοινότητες (γλωσσικές, θρησκευτικές, κοινωνικές, πολιτικές), σε διαφορετικούς γλωσσικούς χώρους (domains) με διαφορετικούς κώδικες.[6]

 

Τον 14ο αιώνα ο λόγιος κληρικός Ματθαίος Βλάσταρης επιχείρησε μια «μετάφραση» της Κλίμακος σε μια μορφή της ελληνικής γλώσσας «υψηλότερη» από εκείνη στην οποία ήταν γραμμένο το αρχικό κείμενο του Ιωάννη, δηλαδή την «κοινή» του 6ου/7ου αιώνα.[7]

Η μετάφραση αυτή δεν φαίνεται όμως να έτυχε ευρείας αποδοχής και διάδοσης. Η προσπάθεια του Βλάσταρη μπορεί να γίνει κατανοητή στο πλαίσιο του πολιτιστικού περιβάλλοντος των λόγιων κληρικών της ύστερης βυζαντινής περιόδου και των ιδιαίτερων προσδοκιών και επιδιώξεών τους.[8]

 

Στο τέλος του 16ου αιώνα ένας άλλος λόγιος και κληρικός, ο Μάξιμος Μαργούνιος (1549–1602), επιχειρεί την ίδια εργασία, αλλά προς την αντίθετη κατεύθυνση: Μεταφράζει το πρωτότυπο κείμενο στην κοινή ελληνική και το τυπώνει στη Βενετία το 1590.[9]

 

 

ioannis-klimakos-3aa

 

 

Η εργασία αυτή εντάσσεται σε μια ευρύτερη τάση μετάφρασης θρησκευτικών κειμένων από λόγιους και κληρικούς τον 16ο/17ο αιώνα, η οποία εντάσσεται με τη σειρά της σε ευρύτερα ιστορικά συμφραζόμενα, όπως οι θρησκευτικές συγκρούσεις που ακολούθησαν τη Μεταρρύθμιση, οι πολιτικοθρησκευτικές ίντριγκες των ξένων πρέσβεων στην Οθωμανική Πύλη και οι επιδιώξεις των διάφορων ομάδων εντός του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως.[10]

 

Ο ίδιος ο Μαργούνιος μετέφρασε και αγιολογικά κείμενα, τα οποία επίσης τυπώθηκαν στη Βενετία και γνώρισαν ευρεία διάδοση στον ελληνορθόδοξο χώρο.

 

 

BIOI_AGION_Merged

Η στάχωση, η σελίδα τίτλου και η κεφαλίδα του μηνός Σεπτεμβρίου από το αντίτυπο των «Βίοι ἁγίων ἐκ τῆς ἑλληνικῆς γλώττης ἤτοι ἐκ τῶν Συναξαρίων μεταφρασθέντες, παρὰ Μαξίμου Ἐπισκόπου Κυθήρων εἰς κοινὴν ὠφέλειαν». Παρὰ Νικολάῳ Γλυκεῖ ᾳχπέ του Μάξιμου Μαργούνιου που απόκειται στο Ιστορικό και Παλαιογραφικό Αρχείο του ΜΙΕΤ. ΙΠΑ / ΜΙΕΤ, Παλαίτυπα / Σπάνια, αρ. 268

 

 

Η ιδιαίτερη αυτή δραστηριότητα μπορεί να γίνει κατανοητή αν ενταχθεί στο ιστορικό της πλαίσιο. Η αντιμεταρρυθμιστική δραστηριότητα της Δυτικής Εκκλησίας μετά τη Σύνοδο του Τρέντο επέβαλε νέους όρους επιβίωσης στις ελληνορθόδοξες κοινότητες, ιδιαίτερα σε εκείνες που βρίσκονταν στη Δύση, μέσα σε ρωμαιοκαθολικό περιβάλλον. Η καταξίωση των ομιλούμενων (vernaculars) γλωσσών, που περνούσε μέσα από την Αναγέννηση, έγινε κατόπιν αντικείμενο αξιοποίησης τόσο από τη Μεταρρύθμιση όσο και από την Αντιμεταρρύθμιση.[11] Η Ρωμαϊκή Εκκλησία, κυρίως μέσω των Ιησουιτών, επιδιδόταν σε έντονη μεταφραστική δραστηριότητα, αποδίδοντας θρησκευτικά κείμενα στην ομιλούμενη με σκοπό την προσέλκυση μεγαλύτερου ακροατηρίου, στο πλαίσιο των αποστολών της στην Ανατολή, αλλά και στην ίδια την Ιταλία, όπου υπήρχαν ελληνόφωνοι χριστιανοί.[12] Οι ελληνορθόδοξοι λόγιοι κληρικοί δεν μπορούσαν παρά να αντιδράσουν σε αυτή την πρακτική.[13] Ιδιαίτερα στο βενετικό περιβάλλον του τέλους του 16ου και των αρχών του 17ου αιώνα η ευκαιρία που έδινε στους ελληνορθόδοξους η θρησκευτική πολιτική της Βενετίας δεν έμεινε ανεκμετάλλευτη.[14] Στην ίδια πόλη άλλωστε είχε εκδοθεί στις αρχές του 16ου αιώνα το πρώτο λεξικό που περιλάμβανε και την ομιλούμενη ελληνική.[15] Παράλληλα, με κέντρα το πανεπιστήμιο της Πάδοβας και τη Βενετία, δημιουργείται ένα ιδιότυπο κλίμα «θρησκευτικού ανθρωπισμού», όπως έχει χαρακτηριστεί,[16] που προκύπτει από την ώσμωση των ελληνορθόδοξων λογίων με το δυτικό πολιτιστικό περιβάλλον.

 

 

ioannis-klimakos-6a

 

 

Ο Μαργούνιος ήταν σπουδαίος λόγιος, ο οποίος ασχολήθηκε με την έκδοση αρχαίων συγγραφέων, διατηρούσε αλληλογραφία με άλλους σημαντικούς λογίους της εποχής και δίδασκε ελληνικά και λατινικά στη Βενετία.[17] Δεν παραγνώρισε όμως την αξία της χρήσης της ομιλούμενης γλώσσας στο πλαίσιο της πνευματικής και ποιμαντικής του δραστηριότητας και δεν υποτίμησε την προσπάθεια που θα έπρεπε να καταβληθεί προς την κατεύθυνση αυτή. Οι ελληνορθόδοξοι που κινούνταν μεταξύ Δύσης και Ανατολής, που εμπορεύονταν, εργάζονταν, υπηρετούσαν ως μισθοφόροι, σταδιακά διαμορφώσαν νέους κοινωνικούς και αναγνωστικούς «χώρους». Ο Μαργούνιος απέβλεπε με το έργο του σε αυτούς τους «χώρους» και με τη μεταφραστική του δραστηριότητα συνέβαλε στη διαμόρφωση και διατήρηση των ελληνορθόδοξων κοινοτήτων.[18]

 

Στον πρόλογο της μετάφρασης των Βίων Αγίων, ο ίδιος ο μεταφραστής εξηγεί: «ἐπειδὴ δὲν δύνεται τινὰς νὰ ἀγαπήσῃ καθαρῶς ἐκεῖνο ὁποῦ δὲν γνωρίζει, καὶ διὰ τοῦτο νὰ κάμνῃ χρείαν εἰς καθένα ἡ γνῶσις τῆς ἑλληνικῆς γλώσσης, διὰ νὰ ποδηγοῦνται διὰ μέσου της εἰς τὴν ἀνάγνωσιν τῶν θείων Γραφῶν, καὶ πάλιν διὰ μέσου ταύτης τῆς ἀναγνώσεως νὰ καθοδηγῶνται ἐμπράκτως εἰς τὸ τέλος των, ὅμως διὰ τὶ τούτη  δὲν εἶναι εὐκολογροίκητος εἰς ὅλους, δὲν ἐμποδίζει τίποτες νὰ μὴν δύνωνται οἱ ἁπλούστεροι καὶ διὰ μέσου τῆς κοινῆς γλώσσης νὰ καταντοῦσιν καὶ ἀλλεοτρόπως εἰς τὸ αὐτὸ τέλος μὲ τὴν δύναμιν τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία γλῶσσα τόσον μάλιστα εἶναι ἀναγκαία εἰς τοὺς καιροὺς τοὺς ἐδικούς μας, ὅσον εὑρίσκονται ὀλίγοι οἱ σοφοὶ καὶ ὅσον εἶναι περισσοτέρα ἀνάγκη τῆς τῶν ψυχῶν σωτηρίας».

 

 

ioannis-klimakos-7

 

 

Το απόσπασμα αυτό δεν βρίσκεται μακριά από τον εν είδει «διακήρυξης» αντίστοιχο πρόλογο του Κύριλλου Λούκαρι στη μετάφραση της Καινής Διαθήκης από τον Καλιουπολίτη, το 1638. Σε αυτόν αποτυπώνεται καθαρά το πλαίσιο που περιγράψαμε πιο πάνω, οι εξωτερικές περιστάσεις και οι εσωτερικές διαστάσεις: «[…] τινὲς ἐμποδίζουν τοὺς χριστιανοὺς ἀποὺ τὸ καλὸν ὁποὺ ἔχουν ἀπὸ τὸν Θεόν, καὶ σοῦ φαίνεται πὼς φθονοῦσι τὴν καλοσύνην καὶ τὴν ὠφέλειαν ὁποῦ ἠμπορεῖ νὰ ἔχει ἡ ψυχή μας ἀπ’ ἐκείνην τὴν ἀνάγνωσιν, πράγμα ὁποὺ εἶναι πλέα γληγορύτερον τοῦ ἐχθροῦ ἐνέργεια, ὁποὺ τριγυρίζει ὡσὰν λεοντάρι καὶ γυρεύει ποῖον νὰ καταπίει. Ἀπὸ τούτου τὴν ἐνέργειαν οἱ τοιοῦτοι ἄνθρωποι σκοτισμένοι καταπείθουσι τοὺς ἁπλουστέρους νὰ πιστεύσουν πὼς δὲν πρέπει νὰ διαβάζουν ἐκεῖνα ὁποὺ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον ἔγραψε καὶ ἐπαρέδωσε. Ἀμὲ εἶναι φανερὸν πὼς εἶναι σφάλμα μέγα καὶ σατανικὴ πλάνη, ἔστοντας καὶ νὰ διδασκόμεσθουν ἀπ’ αὐτὸν τὸν ἀληθινὸν Διδάσκαλον τὸν Κύριόν μας νὰ ἐρευνοῦμε τὲς γραφές, ἤγουν διαβάζοντας νὰ καταλαμβάνουν τί γράφουσι καὶ τί μᾶς παραγγέλουσι αἱ ὁμιλίαι τὰς ὁποίας ἔκαμεν ὁ Χριστὸς καὶ ἃς ἔγραψαν οἱ Εὐαγγελισταί — τὰς ἔκαμαν ὄχι μοναχὰ εἰς ἐκείνους ὁποὺ ἤξευραν γράμματα ἀλλὰ καὶ εἰς τοὺς ὄχλους, μέσα εἰς τοὺς ὀποίους ἦσαν οἱ περισσότεροι ἁπλοὶ ἄνθρωποι καὶ γυναῖκες καὶ παιδία. […] Ὅμως ἡμεῖς ἀφήνομεν καθένα νὰ λέγει ὡς τοῦ φαίνεται, καὶ διαλέγομεν τὸ καλλιότερον καὶ πλέον ἀληθινὸν καὶ σύμφωνον τῇ Γραφῇ ὁποῦ εἶναι: κάθε χριστιανὸς νὰ ἔχει χρέος καὶ τὰ Ἱερὰ Γράμματα νὰ διαβάζει ἀτός του, καὶ ἐκεῖνα ὁποὺ δὲν ἠξεύρει, ἀπὸ τοὺς πλέα ὀρθοδόξους διδασκάλους νὰ ἐρωτᾶ νὰ μανθάνει, καὶ νὰ εἶναι δίκαιον καὶ τὰ ἱερὰ βιβλία, καθὼς τὸ θεῖον καὶ ἱερὸν Εὐαγγέλιον, νὰ μεταγλωττίζονται καὶ νὰ ἑρμηνεύονται εἰς ἁπλὴν διάλεκτον καὶ γλώσσαν κοινήν ὁποὺ ἠμπορεῖ νὰ τὰ γρικᾶ καθεὶς διάβαζοντάς τα […]. Ἐμᾶς φθάνει νὰ ἔχομεν ἀπόβλεψιν εἰς τὴν δόξαν τοῦ Κυρίου καὶ ὠφέλειαν τῆς Ἐκκλησίας, τὰ ὁποῖα καὶ τὰ δύο μᾶς προξενεῖ ἡ μεταγλώττισις τοῦ ἱεροῦ Εὐαγγελίου εἰς τὴν ἁπλὴν διάλεκτον, καὶ ἡ παντοτινὴ ἀνάγνωσις, τὰ ὁποῖα εἰς τὸν καιρόν τους θέλουν κάμει τὸν καρπὸν καὶ τὴν ὠφέλειαν ὁποὺ ἠλπίζομεν εἰς τὴν Ἐκκλησίαν τὴν Ἀνατολικήν, ἡ ὁποία δὲν φθάνει πὼς εἶναι ἐν αἰχμαλωσίᾳ, ἀλλὰ καὶ πολεμᾶται ἀπ’ ἐκείνους ὁποὺ ζητοῦσιν νὰ τὴν καταβάλουσιν καὶ νὰ τὴν ὑποτάξουσι πρὸς τοῦ λόγου τους».[19]

 

 

kaini-diathiki

 

 

Στην πραγματική αξία, την κυκλοφορία, τη χρήση και την επίδραση της μετάφρασης του Μαργούνιου δεν μας επιτρέπει εδώ ο χώρος να αναφερθούμε. Ίσως, κατά αναλογία, βοηθούν οι σοφές παρατηρήσεις του Άλκη Αγγέλου στην έκδοση της μετάφρασης της Καινής Διαθήκης από τον Καλιουπολίτη.[20] Ποιο και πόσο μεγάλο ήταν το κοινό στο οποίο απευθυνόταν; Τι είδους χρήση θα είχε; Πώς θα έφτανε στο αναγνωστικό κοινό και θα γινόταν κτήμα του; Αν και δεν έχουμε σαφείς πληροφορίες για όλα αυτά, μπορούμε να υποθέσουμε πως το κοινό θα ήταν κατά κύριο λόγο κληρικοί και μοναχοί, στους οποίους ούτως ή άλλως απευθυνόταν το πρωτότυπο κείμενο. Όμως, βάσει όσων λέγονται στον πρόλογο, το εγχείρημα δεν περιοριζόταν σε αυτούς, αλλά απευθυνόταν σε όλους τους χριστιανούς: «τοῖς κατὰ Θεὸν πολιτευομένοις καὶ εὐσεβέσι χριστιανοῖς». Μέσω της δημόσιας χρήσης του, όπως συνηθιζόταν εκείνη την εποχή, το κείμενο είναι πολύ πιθανό να έφτασε και σε ένα ευρύτερο κοινό ελληνορθόδοξων χριστιανών, που θα προσέβλεπε στην άμεση (δηλαδή την ηθική) και στην έμμεση ωφέλεια (δηλαδή την ευρύτερα πνευματική, που θα προσέφερε ένα ωφέλιμο ανάγνωσμα σε γλώσσα προσιτή).

 

 

ioannis-klimakos-9

 

 

Ως προς τις επιδιώξεις του ίδιου του μεταφραστή και το ιστορικό τους πλαισίωμα, μαρτυρά ο ίδιος ο μεταφραστής στην έκδοση της Κλίμακος. Εκεί ο Μαργούνιος εκφράζεται και στις δύο γλωσσικές μορφές (και στα δύο γλωσσικά επίπεδα), απευθυνόμενος σε διαφορετικές ομάδες ανθρώπων (αλλάζοντας κώδικα [code switching], όπως θα έλεγαν οι κοινωνιογλωσσολόγοι, ή, εν προκειμένω, επίπεδο εντός της ίδιας γλώσσας — διγλωσσία):[21] τους λόγιους του κύκλου του πατριαρχείου και το επιδιωκόμενο αναγνωστικό κοινό του.

 

Γράφει λοιπόν προς τον πατριάρχη σε λόγια γλώσσα: «Ἣν [δηλαδή την Κλίμακα] ἡμεῖς τοῦ τε καθόλου ταῖς τῶν εὐσεβῶν ψυχαῖς, καὶ ἰδιαίτερον τοῖς τὸν μονήρη βίον ἐπανῃρημένοις, συμφέροντος ἕνεκα, εἰς φῶς ἐκδοῦναι προεθυμήθημεν, συνεργῷ χρησάμενοι τῇ Μανουήλου τοῦ Γλυζουνίου ἐπιμελείᾳ, ἀνδρὸς τά τε ἄλλα καλοῦ κἀγαθοῦ, καὶ οὐδενὸς δευτέρου τὴν τῶν τοῦ ἡμετέρου γένους ἐπὶ τοῖς καλοῖς ποθούντων βελτίωσιν».

 

 

ioannis-klimakos-10

 

 

Από την άλλη, απευθυνόμενος στο επιθυμητό αναγνωστικό κοινό του, τις κοινότητες των ελληνορθοδόξων, σημειώνει σε γλώσσα απλή: «ὅτι δὲ παρακινημένοι καὶ ἀπὸ ἄλλους θεοφιλεῖς ἄνδρας, καὶ ἀπὸ τὸ χρέος ὁποῦ ἔχομεν τοῦ ταλάντου, τὸ ὁποῖον μᾶς ἐχαρίσθη ἀπὸ τοὺς οἰκτιρμοὺς τοῦ Θεοῦ, ἠθελήσαμεν κατὰ τὴν ὀλίγην μας δύναμιν νὰ ὑπακούσωμεν εἰς τοῦτο τὸ θεάρεστον ζήτημα, καὶ νὰ πληρώσωμεν καὶ μικρὸν μέρος τοῦ χρέους μας, μηδὲ τοῦτο σᾶς γένῃ ἀμφίβολον. Ἀποδεχθῆτε λοιπὸν παρακαλῶ τὸ μικρὸν τοῦτο δῶρον, ὁποῦ σᾶς ἐχάρισεν ὁ Θεὸς δι’ ἐμοῦ τοῦ ταπεινοῦ, συνεργήσαντός μοι καὶ τοῦ κυρίου Μανουήλου τοῦ Γλυζουνίου, καὶ ἀντὶ τοῦτο ὑπερεύχεσθαι ἡμῶν ταῖς πρὸς Θεὸν εὐπροσδέκτοις ὑμῶν δεήσεσιν».

 

 

 

Σταύρος Γριμάνης,

Ιστορικό και Παλαιογραφικό Αρχείο / ΜΙΕΤ

 

 

 

[1] J.-Cl. Larchet, «Die Leiter des Göttlichen Aufstiegs von Johannes Klimakos», Ostkirchliche Studien 49 (2000), 269–313, όπου και η παλαιότερη βιβλιογραφία. Το κείμενο στο P. Trevisan, Scala Paradisi. Testo e introduzione, versione e note, τ. 1–2, Τορίνο 1940. Βλ. και Θ. Δετοράκης, Βυζαντινή φιλολογία. Τα πρόσωπα και τα κείμενα, τ. 2, Ηράκλειο 2003, 257–259.

 

[2] Νόννα Δ. Παπαδημητρίου, «Περί των χειρογράφων της “Κλίμακος”», στο Κωνσταντίνος Δωρ. Μουρατίδης. Τιμητικό αφιέρωμα, Αθήνα 2004, 643–677. Πρβλ. και τα διαθέσιμα στο διαδίκτυο χειρόγραφα: https://ntvmr.uni-muenster.de/web/motb-syriac-ccr-project/greek-climacus.

 

[3] M. Heppell, «The Latin translation of the Ladder of Divine Ascent of St John Climacus», Mediterranean Historical Review 4:2 (1989), 340–344.

 

[4] M. Heppell, «Slavonic Translations of Early Byzantine Ascetical Literature», The Journal of Ecclesiastical History 5:1 (1954), 86–100.

 

[5] P. Burke, Languages, and Communities in Early Modern Europe, Cambridge 2004, 71–72.

 

[6] P. Burke, Languages, and Communities in Early Modern Europe, Cambridge 2004, 5–6.

 

[7] Π. Β. Πάσχος, «Η Κλίμαξ του Αγ. Ιωάννη κατά Ματθαίον Βλάσταρην – Α΄», ΕΕΘΣΠΑ Μ΄ (2005), 229–261. Για τη «μετάφραση» στα αγιολογικά κείμενα, βλ. Daria D. Resh, «Toward a Byzantine Definition of Metaphrasis», Greek, Roman, and Byzantine Studies 55 (2015), 754–787 και Stavroula Constantinou, «Metaphrasis Mapping Premodern Rewriting», στο Stavroula Constantinou / Chr. Høgel / Andria Andreou (επιμ.), Metaphrasis. A Byzantine Concept of Rewriting and its Hagiographical Products, Leiden / Βοστώνη 2021, 3–60, ιδίως 18. Για τη διαδικασία και την έννοια της «μετάφρασης» στη βυζαντινή γραμματεία, εκτός του παραπάνω τόμου, βλ. και Anne P. Alwis / M. Hinterberger / Elisabeth Schiffer (επιμ.), Metaphrasis in Byzantine Literature, Brepols 2021.

 

[8] Βλ. χαρακτηριστικά Άννα Σκλαβενίτη, «Η εικόνα του ανώτερου κλήρου μέσα από τη Ρωμαϊκή Ιστορία του Νικηφόρου Γρηγορά», στο Βασιλική Ν. Βλυσίδου (επιμ.), Βυζαντινοί συγγραφείς και η εποχή τους, Αθήνα 2021, 407–433.

 

[9] Bλ. E. Legrand, Bibliographie hellénique, ou Description raissonée des ouvrages publiés en grec par des Grecs aux XVe et XVIe siécles, τ. 4, Παρίσι 1906, 299, αρ. 824. Πρβλ. Θ. Ι. Παπαδόπουλος, Ελληνική βιβλιογραφία (1466–1800), τ. Α΄, Αθήνα 1984, 215, αρ. 2905.

 

[10] Αλεξάνδρα Σφοίνη, Ξένοι συγγραφείς μεταφρασμένοι στα ελληνικά, 15ος–17ος αιώνας, Αθήνα 2003, 89. Κληρικοί και λόγιοι απέδωσαν παλαιότερα έργα, ακόμη και την ίδια την Αγία Γραφή, στην κοινή ελληνική, βλ. Α. Αγγέλου, «Επιλεγόμενα», στο H Καινή Διαθήκη του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, εις απλήν διάλεκτον γενομένη μετάφρασις διά Μαξίμου του Καλλιουπολίτου, επιμ. Εμμ. Χ. Κάσδαγλης, τ. Β΄, Αθήνα 1999, 841 κ.ε.

 

[11] Όχι βέβαια χωρίς επιφυλάξεις και αντιδράσεις: P. Burke, Languages, and Communities in Early Modern Europe, Cambridge 2004, 78–79 και J. Fr. Gilmon, La Reforme et le Livre. LEurope de lImprime (1517-v. 1570), Παρίσι 1990. Ειδικά για τη γνώση των νέων ελληνικών από τους λογίους στο αναγεννησιακό περιβάλλον, βλ. M. Peri, «Neograeca Medii Aevi Romanici. Tracce di conoscenza del neogreco in testi latini dal vii al xv secolo», στο Origini della letteratura neogreca, τ. ΙΙ, Βενετία 1993, 503–544, ιδίως 537 κ.ε. Πρβλ. V. Rotolo, «L’opinione di F. Filelfo sul greco volgare», RSBN 10–11 (1973–1974), 85–107. Στη συνάφεια αυτή δεν πρέπει να λησμονηθεί  και η σχέση του Μαρτίνου Κρούσιου με τα νέα ελληνικά, με τον οποίο διατηρούσε σχέσεις

ο βενετικός περίγυρος (Μαργούνιος, Σεβήρος), π.χ. Crusius, Turcograecia, 527.

 

[12] Τη σημασία της δημώδους για τους Ιησουίτες αναδεικνύει σε σχετικό αίτημά του και ο Ποσσεβίνο, ένας από τους πιο σημαντικούς μισιονάριους του τέλους του 16ου αιώνα: J. Krajcar, «The Greek College under the Jesuits for the First Time», Orientalia Christiana Periodica 31 (1965), 85–118, ιδίως 93. Παράλληλα, η Congregatio de Propaganda Fide θα τυπώσει από τις αρχές του 17ου αιώνα πλήθος βιβλίων στη δημώδη ελληνική, βλ. N. Tsirpanlis, «I libri Greci pubblicati dalla Sacra Congregatio della Propaganda Fide», Balkan Studies 15 (1974), 202–224.

 

[13] Κ. Θ. Δημαράς, Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας, Αθήνα 1985, 49.

 

[14] P. Prodi, Venezia barocca. Conflitti di uomini e idee nella crisi del Seicento veneziano, Βενετία 1995, 249–285.

 

[15] Βλ. Caterina Carpinato, «Appunti di lessicografia in Greco volgare», στο Ενθύμησις Νικολάου Μ. Παναγιωτάκη, Ηράκλειο 2000, 107–139, ιδίως 111.

 

[16] G. Podskalsky, Η ελληνική θεολογία επί Τουρκοκρατίας, 1453–1821. Η Ορθοδοξία στης σφαίρα επιρροής των δυτικών δογμάτων μετά τη Μεταρρύθμιση, Αθήνα 2005, 167 κ.ε.

 

[17] G. Fedalto, Massimo Margunio e li suo Commento al “De Trinitate” di San Agostino (1588), Brescia 1967, 15–76.

 

[18] Πρβλ. την περίπτωση του Νικόλαου Σοφιανού, λίγο νωρίτερα τον 16ο αιώνα: Α. Αγγέλου, «Μια διερευνητική περιπλάνηση στους δύσβατους χώρους της Νεοελληνικής Παιδείας», ΜΝΕ 5 (1996), 143–196, ιδίως 145–147.

 

[19] H Καινή Διαθήκη του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, εις απλήν διάλεκτον γενομένη μετάφρασις διά Μαξίμου του Καλλιουπολίτου, επιμ. Εμμ. Χ. Κάσδαγλη, τ. Α΄, Αθήνα 1999, 14–16, 19.

 

[20] Α. Αγγέλου, «Επιλεγόμενα», στο H Καινή Διαθήκη του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, εις απλήν διάλεκτον γενομένη μετάφρασις διά Μαξίμου του Καλλιουπολίτου, επιμ. Εμμ. Χ. Κάσδαγλη, τ. Β΄, Αθήνα 1999, 850 κ.ε.

 

[21] Βλ. Ch. Ferguson, «Diglossia», Word 15 (1959), 325–340. Για την έννοια του κώδικα στη χρήση των γλωσσικών μορφών από τον Έλληνα λόγιο, βλ. και Α. Αγγέλου, «Μια διερευνητική περιπλάνηση στους δύσβατους χώρους της Νεοελληνικής Παιδείας», ΜΝΕ 5 (1996), 178. Για τη διγλωσσία ως κοινωνιογλωσσικό φαινόμενο στους κατοπινούς αιώνες, πρβλ. Olga-Maria Gkaragkouni, «The Sociolinguistic Phenomenon of Modern Greek Diglossia. Τhe Outcome of Conflicts between (H)igh and (L)ow Variety and the National Language Question in 19th–20th c. Greece: an Historico-Sociolinguistic Perspective», The ITB Journal 10:1 (2009), άρθρο 3, 27–49 (https://arrow.tudublin.ie/itbj/vol10/iss1/3)