Το παρόν δοκίμιο φωτίζει, διανύοντας μια μεγάλη διαδρομή στην ιστορία της φιλοσοφίας από την Αρχαιότητα ώς τις μέρες μας, μία από τις πιο λεπτές μορφές περιορισμού της ελευθερίας : τη γελοιοποίηση, την ικανότητα του ανθρώπινου όντος να εξαναγκάζει μέσω του γέλιου που γελοιοποιεί. Κατεξοχήν πολιτικό είναι το γελοιοποιό γέλιο που διαποτίζει τις σχέσεις μεταξύ των υποκειμένων τα οποία συναποτελούν μια οποιαδήποτε ανθρώπινη κοινότητα. Στο πολιτικό παιχνίδι, στη διαλεκτική που οδηγεί στη λήψη αποφάσεων και στην κυριαρχία κάποιων ανθρώπων επί κάποιων άλλων, το γελοίο ορθώνεται ως ένας από τους αποτελεσματικότερους βοηθούς στην άσκηση της εξουσίας, υποδεικνύοντας μέσω ενός γέλιου βροντερού και παρατεταμένου τον άλλο, τον εχθρό με την οντική έννοια· γίνεται ένα χειρουργικό εργαλείο στα χέρια εκείνων που επιδιώκουν να εξουδετερώσουν τους διαφορετικούς, τους εκκεντρικούς, εκείνους που δεν θέλουν ή δεν ξέρουν πώς να κινούνται στους ρυθμούς του κυρίαρχου ομογενοποιητικού λόγου. Στον βαθμό που υπόκειται σε ένα δίκαιο το οποίο ρυθμίζει την τάξη και τη λειτουργία των εξουσιών του κράτους και τις σχέσεις του με τα άτομα, ο άνθρωπος ο οποίος δέχεται την επίθεση του γέλιου που γελοιοποιεί εκτίθεται στη χλεύη, δυσφημείται με εργαλείο την κοροϊδία και την υποτίμηση.
Γελοιοποιώντας δημόσια, επιτυγχάνουμε έναν τριπλό στόχο: υποδεικνύουμε, απαξιώνουμε και βλάπτουμε. Όποιος υφίσταται την επίθεση αυτού του εκκωφαντικού γέλιου μένει στιγματισμένος ως άλλος, ως καθαρή ετερότητα, ως εκείνος για τον οποίο είναι δυνατό, όχι μόνο να τον πολεμήσεις, αλλά και να τον μισήσεις.
(Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου)