Ο Λούντβιχ Βίτγκενσταϊν (1889-1951) γεννήθηκε στη Βιέννη και πέθανε στο Κέμπριτζ, όπου είχε διδάξει Φιλοσοφία στα 1939-1947. Αν και πολυγραφότατος, μονάχα ένα έργο δημοσίευσε όσο ζούσε: το Tractatus Logico-philosophicus (Λογικοφιλοσοφική πραγματεία). Οι περίπου 30.000 σελίδες των καταλοίπων του δημοσιεύτηκαν σταδιακά μετά θάνατον και εξακολουθούν να δημοσιεύονται ως σήμερα.
Συχνά χαρακτηρίζεται ως ο μεγαλύτερος φιλόσοφος του αιώνα μας. Μολονότι η τεράστια επιρροή που ασκεί η σκέψη του ώς σήμερα στους φιλοσοφικούς κύκλους δικαιολογεί τον υπερθετικό, υπό μια σημαντική έννοια ο χαρακτηρισμός είναι παραπλανητικός, εφόσον ο Βιεννέζος στοχαστής δεν είναι φιλόσοφος με την παραδοσιακή έννοια του όρου, και ως εκ τούτου η προσφορά του δεν είναι δυνατόν να εκτιμηθεί βάσει παραδοσιακών φιλοσοφικών κριτηρίων. Ο χαρακτηρισμός της φιλοσοφίας ως «διανοητικής αγκύλωσης», των φιλοσοφικών προβλημάτων ως «ψευδοπροβλημάτων», των φιλοσοφικών θέσεων ως «μεταφυσικής φλυαρίας», και η εισήγηση μιας μεθόδου που έχει μοναδικό σκοπό να μας θεραπεύσει από την «ασθένεια του φιλοσοφείν» τον θέτουν σαφώς εκτός πλαισίου παραδοσιακού προβληματισμού. Ο Βίτγκενσταϊν δεν δίνει νέα λύση στα προβλήματα της φιλοσοφίας· ανανοηματοδοτεί τη φιλοσοφία ως προσπάθεια διάλυσης των ίδιων των προβλημάτων που τη συντηρούν.
Η Φιλοσοφική Γραμματική τοποθετείται περίπου στο μέσον της εξελικτικής πορείας της σκέψης του. Ανήκει, μαζί με τις Φιλοσοφικές παρατηρήσεις, στα λεγόμενα μεταβατικά κείμενα, στα οποία συντελείται η μεταστοιχείωση της φιλοσοφίας του λογικού ατομισμού του Tractatus στη γλωσσοαναλυτική μέθοδο, που βρίσκει την πιο ολοκληρωμένη της έκφραση στις Φιλοσοφικές έρευνες. Το βιβλίο αποτελείται από δύο μέρη. Το πρώτο ασχολείται με τη φιλοσοφία της γλώσσας και το δεύτερο με τη φιλοσοφία των μαθηματικών. Και τα δύο μέρη τα συνδέει η ιδέα ότι το νόημα των στοιχείων πρέπει να αναζητηθεί στο ρόλο που παίζουν στη γλώσσα και όχι σε κάποια υπερβατική εξωγλωσσική πραγματικότητα. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι στόχος της κριτικής του Βίτγκενσταϊν είναι ο ρεαλισμός, είτε αυτός αποτελεί φιλοσοφική θέση περί της γλώσσας είτε περί της φύσεως των μαθηματικών. Αλλά ο Βίτγκενσταϊν δεν στρέφεται κατά της ορθότητας συγκεκριμένων δογμάτων ούτε εισηγείται άλλα προς αντικατάσταση των εσφαλμένων. Κατ’ αυτόν, οι φιλοσοφικές θέσεις εν γένει είναι ανόητες· και οι ανοησίες δεν “ανασκευάζονται”. Το μόνο που μπορείς να κάνεις είναι να τις “αποκαλύψεις”.