Το διάσημο αυτό έργο του Βάλτερ Μπούρκερτ, ρηξικέλευθο για την εποχή που πρωτοδημοσιεύτηκε στα γερμανικά (1972), έθεσε σε νέες βάσεις τη μελέτη της αρχαίας ελληνικής θρησκείας, δεδομένου ότι προσεγγίζει τους μύθους και τη θυσιαστήρια τελετουργία της αρχαίας Ελλάδας με το πρίσμα της συγκριτικής Ανθρωπολογίας. Και ακριβώς στην Ανθρωπολογία παραπέμπει ο λατινικός τίτλος “Homo necans” (Ο άνθρωπος που θανατώνει) και στους ανθρωπολογικούς όρους του τύπου Homo sapiens, Homo habilis και άλλους ανάλογους, οι οποίοι προσδιορίζουν τις φάσεις της εξέλιξης του ανθρώπινου είδους. Άποψη του συγγραφέα είναι ότι πάμπολλες θρησκευτικές εορτές και ιεροπραξίες της αρχαιότητας αποτελούν μετεξέλιξη της θυσιαστήριας τελετουργίας (καθώς και του μακρινού προγόνου της, του κυνηγιού) και των συναφών τελετών εξαγνισμού ή εξιλέωσης. Ίσως αυτή να είναι μια εξήγηση της πρωτεύουσας θέσης που κατέχει η τελετουργική σφαγή ζώων στις αρχαίες θρησκείες. Με βάση αυτό το γενικό σχήμα, ο Μπούρκερτ ερμηνεύει, με θαυμαστή ευφυΐα και ευρυμάθεια, πλήθος αρχαίες τελετές που εκ πρώτης όψεως μοιάζουν άσχετες μεταξύ τους.
Το βιβλίο αξιοποιεί πορίσματα από πολλές επιστημονικές περιοχές (Φιλολογία, Επιγραφική, Αρχαιολογία, Θρησκειολογία, Ανθρωπολογία, Ψυχολογία, Βιολογία), υιοθετώντας πάντοτε μια ριζικά ιστορική προσέγγιση, προσηλωμένη στα γεγονότα. Το “Homo necans” προτείνει να ερμηνεύσουμε τους πανάρχαιους τελετουργικούς φόνους, τις αιματηρές θυσίες, τον σφαγιασμό ζώων σε εορταστικές περιστάσεις ως σκηνοθετημένες εκδηλώσεις ελεγχόμενης επιθετικότητας. Γι’ αυτό άλλωστε οι τελετουργίες αυτές έχουν τη δυνατότητα να εδραιώνουν την αλληλεγγύη της ομάδας επιστρατεύοντας τη φρίκη την οποία εμπνέει το ιερό. Επομένως, τη θρησκευτική συμπεριφορά, ακριβώς επειδή περιέχει τις φαινομενικά αποκρουστικές διαστάσεις της θυσίας και της αιματοχυσίας, πρέπει να την αντιληφθούμε ως είδος συνεκτικού ιστού για τη θεμελίωση στέρεης και σοβαρής κοινότητας.