Τι θυμούνται οι επιζώντες από μια εμπειρία συγκλονιστική σαν αυτή του Β’ παγκόσμιου πολέμου σαράντα ένα χρόνια μετά την έναρξή του; Η προφορική μνήμη των επιζώντων είναι άραγε συλλογική μνήμη; Πως μεταβιβάζεται αυτή η μνήμη μεταξύ των επιζώντων, αλλά και από τους επιζώντες στα παιδιά τους; Ποιο είναι το κοινωνικό νόημα αυτής της μνήμης στο παρόν;
Το βιβλίο αυτό περιέχει ένα μοντέλο διερεύνησης της συλλογικής μνήμης μέσα από μια εμπειρική μελέτη περίπτωσης. Βασικές συνιστώσες αυτού του μοντέλου είναι η πρόκριση του αγροτικού χώρου ως προνομιακού χώρου διερεύνησης της συλλογικής μνήμης. Είναι η εστίαση στην ατομική μνήμη ως ενδεδειγμένο πεδίο για την αναζήτηση της συλλογικής μνήμης. Είναι η θεώρηση της μνήμης μιας περιόδου κρίσης και αναταραχής για την τοπική κοινωνία. όπως η περίοδος του τελευταίου πολέμου, ως προνομιακού πεδίου για την προσέγγιση της σφαιρικής συλλογικής μνήμης μιας αγροτικής κοινότητας. Είναι η επιλογή της βιογραφικής μεθόδου ως μεθόδου υποκίνησης και ανάδειξης της ατομικής μνήμης. Είναι η υιοθέτηση της ποσοτικής και ποιοτικής ανάλυσης των αφηγήσεων ως εργαλείων πρόσβασης στο συλλογικό. Είναι ακόμα η αντιμετώπιση της συνέντευξης ως μνήμης-μήνυμα που εκπέμπεται στο πλαίσιο της επικοινωνίας μεταξύ ερευνητή και αφηγητή. Επίσης, η προτεινόμενη προσέγγιση επιχειρεί να συνδυάσει τα εμπειρικά δεδομένα που προέκυψαν από την επιτόπια έρευνα με τη θεωρία περί συλλογικής μνήμης του Maurice Halbwachs, η οποία διέπει άλλωστε και το βασικό πλαίσιο ανάλυσης αυτών των δεδομένων. Επιχειρεί, επιπλέον, να απαντήσει στο ερώτημα τι είναι συλλογική μνήμη, και να διατυπώσει υποθέσεις για τη μεταβίβαση της προφορικής μνήμης των επιζώντων και τις λειτουργίες που αυτή επιτελεί στο παρόν.
(από το οπισθόφυλλο του βιβλίου)