Έτσι η Ρωσία δεν εμφανίζεται μόνο ως μια μεγάλη δύναμη ομόδοξη προς τους εξεγερμένους, αλλά και ως μια υβριδική σύγχρονη αυτοκρατορία, με σημαίνοντα ευρωπαϊκό, ευρασιατικό και παγκόσμιο ρόλο. Ο ρόλος αυτός ως προς τους ελληνόφωνους ορθόδοξους της Υψηλής Πύλης εξετάζεται σε τρεις διαφορετικούς χρόνους: το 1770 (μεγάλη διάρκεια), που είναι η αρχή της ρωσικής παρουσίας στη Μεσόγειο και της βαρύνουσας σημασίας της στις περαιτέρω ιστορικές διεργασίες στην περιοχή· το 1815 (μέση διάρκεια), που σηματοδοτεί τις πολιτικές του Αλέξανδρου Α’ και των στενών του συνεργατών στην οικοδόμηση της μεταναπολεόντειας Ευρώπης· και, τέλος, το πρώτο έτος της Ελληνικής Επανάστασης, το 1821 (συγκυρία), όπου η ρωσική διπλωματία –με δυναμικούς ελληνόφωνους στην υπηρεσία της, όπως ο Ιωάννης Καποδίστριας, ο Αλέξανδρος Στούρτζας και το δίκτυο των ελληνόφωνων ρωσικών προξένων στα επαναστατημένα μέρη– θέτει σε μεγάλο βαθμό τους όρους για την πρόσληψη του αγώνα των Ελλήνων στο διεθνές πεδίο ως ενός εθνικού πολέμου που στοχεύει στην απελευθέρωση από τον «αλλόθρησκο ζυγό».