Η σπουδή και η ανιχνευτική εξέταση των σχέσεων ανάμεσα στο κείμενο και την εικόνα είναι το κυρίως θέμα εξέτασης του βιβλίου. Αναζητούνται δηλαδή «οργανικές» και αναγκαίες εσωτερικές σχέσεις ανάμεσα στο λογοτεχνικό κείμενο, πεζό ή ποιητικό και στο εικαστικό έργο, ζωγραφικό, γλυπτικό. Στο πεδίο των ορίων και των δυνατοτήτων της σύγκρισης λαμβάνεται υπ’ όψη η αυτονομία των καλλιτεχνικών ειδών και οι ιδιαιτερότητές τους ως προς το συνδηλωτικό, αναφορικό και αυτοαναφορικό σύστημά τους. Στο δοκίμιο για τον εικαστικό Σεφέρη γίνεται ειδική αναφορά στις «εκφράσεις» στην ποίησή του, αμιγή «έκφραση» έχουμε στο μελέτημα του Γρηγόριου Ξενόπουλου «Το ζακυνθινό μαντήλι», ενώ σε επόμενο κεφάλαιο επιχειρείται σύγκριση ανάμεσα στην εικονιστική ποίηση του Σικελιανού με τα εικονιστικά ποιήματα του Reiner Maria Rilke ή την πλαστική δημιουργία του Rodin. Σε επόμενο κεφάλαιο γίνεται εξέταση της γενετικής διαδικασίας του ποιήματος «Καισαρίων» του Καβάφη και στην εργασία «Καβάφης-Ξενόπουλος: οι διψασμένοι της λατρείας» παρουσιάζεται η θεία λειτουργία στον χώρο της Φανερωμένης Ζακύνθου ως «γενικό καλλιτεχνικό έργο». Τέλος, σε μεγάλη σε έκταση μελέτη αναλύεται η εικαστική περιδιάβαση του Ι. Μ. Παναγιωτόπουλου στα μουσεία της Ευρώπης και εξετάζονται οι αξιολογικές και αισθητικές εκτιμήσεις του για τα εικαστικά έργα.