Μετά τους προσωκρατικούς φιλοσόφους, η φιλοσοφία παύει να ασχολείται με τα φυσικά φαινόμενα και στρέφεται σε θέματα που είναι και σήμερα τόσο σχετικά όσο ήταν την πρώτη φορά που τέθηκαν από τους Σοφιστές. Τον 5ο αιώνα, στα χρόνια του Σωκράτη, η λέξη «σοφιστής» κατέληξε να χρησιμοποιείται για μια ιδιαίτερη τάξη ανθρώπων, δηλαδή για επαγγελματίες παιδαγωγούς που δίδασκαν τους νέους και έδιναν δημόσιες διαλέξεις με σκοπό να εισπράξουν χρήματα. Οι εξέχοντες Σοφιστές ενδιαφέρονταν για όλους τους κλάδους της ρητορικής, τη δικανική, την πολιτική και την επιδεικτική, ως άνθρωποι που την ασκούσαν στην πράξη αλλά και ως δάσκαλοι που τη συστηματοποίησαν και έγραψαν ρητορικά εγχειρίδια. Για πολλούς σύγχρονους μελετητές οι ιδέες των Σοφιστών ήταν σύμπτωμα παρακμής. Η στάση του αθηναϊκού κοινού και των φιλοσόφων ήταν αμφιταλαντευόμενη απέναντί τους, αντανακλώντας τη μεταβατική κατάσταση της κοινωνικής και πνευματικής ζωής της Αθήνας. Το βιβλίο αυτό προσπαθεί να είναι όσο το δυνατόν αντικειμενικό απέναντι στο φαινόμενο «Σοφιστές», επισημαίνοντας τον σημαντικό ρόλο που έπαιξαν οι θεωρίες τους στη ζύμωση των πνευματικών ιδεών της εποχής τους και στη μετέπειτα εξέλιξή τους, σε θέματα όπως: η θρησκεία, οι ορθολογιστικές θεωρίες για την εξέλιξη του ανθρώπου, ο νόμος και η εξίσωσή του με το δίκαιο, η αρετή και η διδαχή της, η πολιτική-περιουσιακή-φυλετική ισότητα των ατόμων, η γλώσσα και το περιεχόμενό της και, προπάντων, η σχετικότητα των απόλυτων αξιών και η επίδρασή τους στην ηθική θεωρία. Αυτό που ονομάζεται εδώ σοφιστική αντίληψη του κόσμου αντιστοιχεί χονδρικά στον ελληνικό φιλελευθερισμό.