Η κατασκευή πλαστών ή κίβδηλων αρχαιοτήτων συνιστά ένα μείζονος σημασίας ζήτημα, στο οποίο δεν έχει δοθεί μέχρι σήμερα η δέουσα σημασία. Με τις πλαστές ή κίβδηλες αρχαιότητες παραπλανάται η αρχαιολογική έρευνα, παραχαράσσεται η ιστορική αλήθεια, παραμορφώνεται η εικόνα του παρελθόντος. Στη μελέτη αυτή ο συγγραφέας αποδεικνύει ότι ένα μολύβδινο έλασμα από τη Σικελία, που σήμερα φυλάσσεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Ακράγαντα και φέρει εγχάρακτη διονυσιακή σκηνή με πλοίο, είναι πλαστό. Στη συνέχεια εξετάζει τις επιπτώσεις που είχε στην έρευνα η εκτίμηση ότι το έλασμα ήταν γνήσιο και διερευνά το ζήτημα των πλαστών αρχαιοτήτων από την αρχαιότητα ως τις μέρες μας. Όπως σημειώνει ο συγγραφέας, όλες οι κατηγορίες μνημείων της αρχαίας ελληνικής τέχνης έχουν αποτελέσει πηγές έμπνευσης για την κατασκευή πλαστών έργων. Εξάλλου, έργα κίβδηλα ή πλαστά δεν ήταν άγνωστα και στην ελληνική αρχαιότητα. Πλαστές δημιουργίες απαντούν και στο χώρο της αρχαίας φιλολογίας. Έχουν διασωθεί κείμενα, για παράδειγμα λόγοι, διάλογοι ή επιστολές, που από την αρχαιότητα αποδίδονταν λανθασμένα σε μεγάλες πνευματικές μορφές, όπως στον Πλάτωνα και τον Ισοκράτη. Τα κίνητρα για την κατασκευή πλαστών ή κίβδηλων έργων είναι ποικίλα και μερικές φορές συνυπάρχουν στην ίδια περίπτωση περισσότερα από ένα. Βέβαια, το πιο συνηθισμένο κίνητρο είναι η προσδοκία οικονομικού οφέλους. Η πλαστουργία κατά κύριο λόγο και δευτερευόντως η κιβδηλοποιία θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως παραβατικές πράξεις που στρέφονται κατά της ιστορίας, της δημόσιας πίστης και γενικότερα κατά της κοινωνίας.