Ο από κοινού εορτασμός των τριών Πατέρων της Εκκλησίας Μεγάλου Βασιλείου, Γρηγορίου Θεολόγου και Ιωάννη Χρυσοστόμου θεσπίστηκε στα μέσα του 11ου αιώνα.
Κύριος συντελεστής της καθιέρωσης της εορτής υπήρξε ο Ιωάννης Μαυρόπους, επίσκοπος Ευχαΐτων του Πόντου και σπουδαίος λόγιος της εποχής.
Η θέσπιση της εορτής συνδέεται με το πνευματικό περιβάλλον μιας περιόδου κατά την οποία στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία συμβαίνουν ιδιαίτερες πολιτιστικές, κοινωνικές και πολιτικές αλλαγές: το μεγάλο Σχίσμα με τη Δυτική Εκκλησία (1054), δύο μεγάλες ήττες στις δύο άκρες της Αυτοκρατορίας, στο Μαντζικέρτ και στο Μπάρι (1071), η απώλεια του Δυρραχίου από του Νορμανδούς (1081). Μέσα σε αυτή την περίοδο κρίσης και αναδιοργάνωσης μια ομάδα σπουδαίων λογίων γύρω από τον Ιωάννη Μαυρόποδα, με επιφανέστερους τον Μιχαήλ Ψελλό, τον Ιωάννη Ξιφιλίνο και τον Κωνσταντίνο Λειχούδη, συμμετέχει ενεργά στην αναδιαμόρφωση του πνευματικού περιβάλλοντος στην πρωτεύουσα. Τις ευνοϊκές προϋποθέσεις για κάτι τέτοιο τις δημιούργησε η επιθυμία του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Θ΄ Μονομάχου (1042–1055) να βασιστεί σε ένα νέο υπαλληλικό προσωπικό εκτός της παλαιάς ελίτ, το οποίο θα μορφωνόταν και θα προετοιμαζόταν ειδικά γι’ αυτόν το σκοπό. Έτσι ξανανοίγει και αναδιαμορφώνεται το Πανδιδακτήριο της Κωνσταντινούπολης (1045), και μια νέα δυναμική αναπτύσσεται γύρω από τις φιλοσοφικές, νομικές και λογοτεχνικές σπουδές. Ωστόσο η αντίδραση των συντηρητικότερων κύκλων μέσα στην Αυτοκρατορία και την Εκκλησία σύντομα περιόρισε τη δράση αυτών των λoγίων, με πιο ενδεικτικό παράδειγμα την καταδίκη του μαθητή του Ψελλού Ιωάννη Ιταλού στα τέλη του αιώνα.
Μέσα σε αυτό το κλίμα ο Ιωάννης Μαυρόπους συντελεί στη θέσπιση μιας εορτής τριών Πατέρων του 4ου/5ου αιώνα που καθόρισαν με τη δράση και το έργο τους τη σχέση μεταξύ ελληνικής φιλοσοφίας και χριστιανικής θεολογίας. Ο Μαυρόπους συνέθεσε τον «κανόνα» της εορτής, και είναι πιθανό να καθιέρωσε την εορτή πρώτα στην επαρχία του, πριν αυτή γνωρίσει γενικότερη διάδοση. Στο βιβλίο των Alexander Kazhdan και Ann Wharton Epstein Αλλαγές στον βυζαντινό πολιτισμό κατά τον 11ο και τον 12ο αιώνα (Αθήνα: ΜΙΕΤ, 1996) περιγράφονται με εξαιρετική μέθοδο οι σχετικές διεργασίες.
Στα μέσα του 19ου αιώνα (1842) καθιερώνεται στο ελληνικό κράτος η 30η Ιανουαρίου ως γιορτή της Παιδείας, συνδεδεμένη με το Πανεπιστήμιο.
Η εκκλησιαστική εορτή στο ελληνικό κράτος έγινε και εθνική εορτή, υπηρετώντας τις στοχεύσεις του που συνδέονταν με την εθνική παιδεία. (Για μια εξιστόρηση και ανάλυση αυτής της διαδικασίας μπορεί κανείς να ανατρέξει στο βιβλίο της Έφης Γαζή Ο δεύτερος βίος των Τριών Ιεραρχών. Μια γενεαλογία του «ελληνοχριστιανικού πολιτισμού», Αθήνα: Νεφέλη, 2004).
Στις συλλογές του Ιστορικού και Παλαιογραφικού Αρχείου του ΜΙΕΤ η παρουσία τεκμηρίων σχετικών με τους Τρεις Ιεράρχες είναι έντονη. Ενδεικτικά παραθέτουμε τα εξής: