Δωρεάν μεταφορικά από 45€
Αποστολή εντός 3 ημερών

Η σφαγή στο Δήλεσι

Στα άδυτα των αρχείων
Η σφαγή στο Δήλεσι

Μέσα από τεκμήρια της συλλογής μονόφυλλων, τον τύπο της εποχής και βιβλία του 19ου αιώνα που απόκεινται στο ΕΛΙΑ / ΜΙΕΤ σκιαγραφούνται τα γεγονότα πριν, κατά τη διάρκεια και μετά την απαγωγή των Άγγλων τουριστών το Δήλεσι, που έληξε με τραγικό τρόπο στις 9 Απριλίου 1870.

Τη Δευτέρα 29 Μαρτίου του 1870 δύο άμαξες αναχώρησαν από το Ξενοδοχείο της Αγγλίας στην οδό Αιόλου για να επισκεφτούν τον Μαραθώνα. Στις άμαξες επέβαιναν επτά Άγγλοι υπήκοοι: ο λόρδος Μανκάστερ, με τη σύζυγό του, ο Φρειδερικός Βύννερ, ο γραμματέας της αγγλικής πρεσβείας Εδουάρδος Χέρμπερτ και ο δικηγόρος Λόυδ, με τη σύζυγό του και τη μικρή τους κόρη. Μαζί τους ήταν ακόμα ο κόμης Μπόυλ, γραμματέας της ιταλικής πρεσβείας. Τους συνόδευαν ο οδηγός-ξεναγός και υπάλληλος του Ξενοδοχείου της Αγγλίας Αλέξανδρος Ανεμογιάννης, ένας Ιταλός υπηρέτης και τέσσερις χωροφύλακες, οι οποίοι αποτελούσαν τη φρουρά τους.

 

Κατά την επιστροφή τους στην Αθήνα οι Άγγλοι περιηγητές, ο Ιταλός διπλωμάτης και οι συνοδοί τους συνελήφθησαν στο Πικέρμι και κρατήθηκαν ως όμηροι από τη συμμορία των αδελφών Αρβανιτάκη. Οι ληστές απαίτησαν χρήματα για να ελευθερώσουν τους ομήρους. Το γεγονός έγινε πρώτη είδηση σε όλο τον ελληνικό και ξένο τύπο. Τα σχόλια των δημοσιογράφων για την ελληνική κυβέρνηση, όσον αφορά την καταπολέμηση της ληστοκρατίας, ήταν, τις πρώτες μέρες της αιχμαλωσίας, ιδιαίτερα αιχμηρά.

 

Σύμφωνα με τον τύπο, το απόσπασμα έξι στρατιωτών που πλησίασε αρχικά το χώρο της αιχμαλωσίας αναγκάστηκε να αποχωρήσει αμέσως, καθώς οι ληστές απείλησαν ότι θα σκότωναν όλους τους αιχμαλώτους. Οι ληστές δυσκολεύονταν να μετακινηθούν, έχοντας μαζί τους τις γυναίκες και δύο χωροφύλακες που είχαν τραυματιστεί τη στιγμή της αιχμαλωσίας. Αποφάσισαν λοιπόν να ελευθερώσουν τις γυναίκες, τους τραυματίες και τον Ιταλό υπηρέτη. Μάλιστα τους μετέφεραν στο Χαρβάτι με συνοδεία, διαβεβαιώνοντας τις γυναίκες ότι δεν θα πάθαιναν τίποτα οι σύζυγοί τους. Εκεί τους περίμεναν άμαξες, με τις οποίες επέστρεψαν στην Αθήνα.

 

Στη συνέχεια οι ληστές έδωσαν στους αιχμαλώτους τους χαρτί, μελάνι και καλάμους, για να αναγγείλουν στην Αθήνα την ομηρία τους και την ανάγκη καταβολής λύτρων 32.000 αγγλικών λιρών. Λίγο αργότερα οι όροι άλλαξαν: Οι ληστές ανέβασαν το ποσό στις 50.000 αγγλικές λίρες, απαίτησαν αμνηστία και διακοπή κάθε περαιτέρω καταδίωξης από την πολιτεία μέχρι το τέλος των διαπραγματεύσεων.

 

Οι διαπραγματεύσεις ανάμεσα στη συμμορία Αρβανιτάκη και την ελληνική κυβέρνηση έφτασαν σε αδιέξοδο. Παρά τις βρετανικές πιέσεις για συμβιβασμό, η ελληνική πλευρά ήταν ανυποχώρητη.

 

 

afierwma-dilesi-2

Το χρονικό της αιχμαλωσίας. Πηγή: «Αιών», 2.4.1870. Βιβλιοθήκη ΕΛΙΑ / ΜΙΕΤ.

 

 

Το περιστατικό έληξε τη Μεγάλη Πέμπτη 9 Απριλίου 1870, όταν στρατιωτικά αποσπάσματα εξαπέλυσαν επίθεση εναντίον των ληστών. Και τότε οι ληστές, ενώ προσπαθούσαν να διαφύγουν, δολοφόνησαν τους τέσσερις ομήρους σε λόφους γύρω από το Δήλεσι. Αρκετοί από τους ληστές σκοτώθηκαν, αλλά κάποιοι κατόρθωσαν να διαφύγουν. Ο φόνος των τεσσάρων περιηγητών από τη συμμορία του Αρβανιτάκη προκάλεσε σοβαρό διπλωματικό επεισόδιο.

 

Μόλις έγινε γνωστό τι συνέβη, ξέσπασε σάλος στην Αθήνα. «Είναι αδύνατον να περιγράψη ο κάλαμος το πένθος […]», έγραψε χαρακτηριστικά η εφημερίδα Αιών. Ο βασιλιάς Γεώργιος, μόλις έμαθε τα νέα, επισκέφτηκε τους πρεσβευτές της Αγγλίας και της Ιταλίας και τις συζύγους των θυμάτων, μένοντας μάλιστα αρκετή ώρα μαζί τους, εκφράζοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο τη συμμετοχή του στο πένθος.

 

 

afierwma-dilesi-3

«Αιών», 15.4.1870. Βιβλιοθήκη ΕΛΙΑ / ΜΙΕΤ.

 

 

afierwma-dilesi-4

«Αιών», 15.4.1870. Βιβλιοθήκη ΕΛΙΑ / ΜΙΕΤ.

 

 

Η κηδεία των δύο Άγγλων υπηκόων έγινε την Παρασκευή 10 Απριλίου 1870. Η πομπή κατέληξε στον αγγλικανικό ναό του Αγίου Παύλου στην οδό Φιλελλήνων και μετά τη νεκρώσιμη ακολουθία κατευθύνθηκε στο προτεσταντικό νεκροταφείο, που τότε βρισκόταν κοντά στο Παναθηναϊκό Στάδιο, στις όχθες του Ιλισού. Στις 13 Απριλίου 1870 πραγματοποιήθηκε η νεκρώσιμη ακολουθία για τον γραμματέα της ιταλικής πρεσβείας Αλβέρτο ντε Μπόυλ και για τον Βύννερ, οι οποίοι δεν κηδεύτηκαν, αλλά μεταφέρθηκαν στις χώρες τους, κατά παράκληση των οικογενειών τους. Πλήθος κόσμου αποχαιρέτησε τους νεκρούς, μέσα σε βαρύ κλίμα, και τις δύο ημέρες.

 

Στις 29 Απριλίου 1870 οι δικηγόροι της Αθήνας αμύνθηκαν των κατηγοριών ότι κάποιοι εξ αυτών υπήρξαν σύμβουλοι των ληστών. Η κατηγορία αυτή δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Debats.[1] Την επόμενη μέρα, στις 30 Απριλίου 1870, ο πρωθυπουργός Θ. Ζαΐμης, με επίσημη απάντησή του, ξεκαθάρισε την κατάσταση και στάθηκε στο πλευρό των δικηγόρων.[2] Στις αρχές του Μαΐου ο πρέσβης της Αγγλίας στην Αθήνα Ε. Έρσκιν δήλωσε ότι δημιουργήθηκε παρανόηση σχετικά με την παραπάνω κατηγορία, σύμφωνα με το έκτακτο παράρτημα που δημοσιεύτηκε στις 6 Μαΐου 1870 και περιλαμβάνει τις επιστολές των δικηγόρων και του πρέσβη.[3] Ωστόσο ο Έρσκιν φέρθηκε ύπουλα απέναντι στην ελληνική κυβέρνηση, κατηγορώντας τη με εκθέσεις του στον Άγγλο υπουργό Εξωτερικών Γλάδστων, ενώ έφτασε στο σημείο να απειλήσει και με ένοπλη επέμβαση.[4]

 

 

afierwma-dilesi-5

Η απάντηση που δημοσίευσε ο Θ. Ζαΐμης προσφέροντας στήριξη στους δικηγόρους της Αθήνας. Πηγή: Βιβλιοθήκη ΕΛΙΑ / ΜΙΕΤ, Συλλογή μονόφυλλων.

 

 

afierwma-dilesi-6

Το κείμενο της διαμαρτυρίας των δικηγόρων. Πηγή: Βιβλιοθήκη ΕΛΙΑ / ΜΙΕΤ, Συλλογή μονόφυλλων.

 

 

 

afierwma-dilesi-7

Το έκτακτο παράρτημα της αλληλογραφίας των δικηγόρων με τον Έρσκιν. Πηγή: Βιβλιοθήκη ΕΛΙΑ / ΜΙΕΤ, Συλλογή μονόφυλλων.

 

 

Στις 27 Απριλίου 1870 οι συλληφθέντες και οι φυγόδικοι ληστές παραπέμπονται στο Κακουργιοδικείο.[5] Για την ακρίβεια, από τα 27 μέλη της συμμορίας παραπέμπονται τα 14, αφού οι υπόλοιποι είχαν ήδη σκοτωθεί.

 

Η δίκη των ληστών έγινε στις 9 Μαΐου 1870, ημέρα Σάββατο, αλλά, αντί να ξεκινήσει στις 10:00 το πρωί, όπως ήταν προγραμματισμένο, αναβλήθηκε, λόγω της κοσμοσυρροής, για τις 4:00 το απόγευμα. Κράτησε μέχρι αργά το βράδυ και συνεχίστηκε ολόκληρη την επόμενη ημέρα, οπότε και ολοκληρώθηκε.

 

Ο Τάκος (Δημήτριος) Αρβανιτάκης ήταν ο επικεφαλής της συμμορίας των ληστών και μαζί με τον αδερφό του Χρήστο αποτέλεσαν τους πρωταγωνιστές της ληστείας. Ο Χρήστος Αρβανιτάκης σκοτώθηκε κατά τις συγκρούσεις με τα αποσπάσματα λίγο μετά τη σφαγή, ενώ η συμμορία καταδιωκόταν στα υψώματα του Ωρωπού.[6]

 

Κυκλοφορούσαν φήμες και τελικά αποδείχτηκε στη δίκη ότι οι δύο ληστές ήταν έμπιστοι υπάλληλοι, οπλοφόροι, του Άγγλου φεουδάρχη της περιοχής Νοέλ. Μάλιστα υποστηρίχτηκε ότι εκείνος τους έβαλε να διαπράξουν τη ληστεία, για να προωθήσει δικά του συμφέροντα στην περιοχή. Ο ρόλος του στη υπόθεση παραμένει μέχρι και σήμερα σκοτεινός, ενώ η επιμονή των Άγγλων να απαλλαγεί με βούλευμα από τη ελληνική δικαιοσύνη για τις κατηγορίες είναι χαρακτηριστική.[7]

 

Οι ληστές καταδικάστηκαν σε θάνατο με αποκεφαλισμό, ενώ η επικήρυξή τους με αμοιβή για τον εντοπισμό «πάντων των συνενόχων και συνεργών» στα γεγονότα στο Δήλεσι δημοσιεύτηκε στις 25 Μαΐου 1870.[8] Αφορούσε δηλαδή τα μέλη της συμμορίας που είχαν διαφύγει στην ύπαιθρο,[9] μεταξύ των οποίων ήταν και ο Τάκος Αρβανιτάκης, καθώς και τους πιθανούς συνεργούς.

 

 

afierwma-dilesi-8

«Αιών», 27.4.1870. Πηγή: Βιβλιοθήκη της Βουλής.

 

 

afierwma-dilesi-9

Το βούλευμα για τις αποφάσεις του δικαστηρίου, όπως δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Αιών», 30.4.1870. Πηγή: Βιβλιοθήκη της Βουλής.

 

 

afierwma-dilesi-10

Η εντολή για την ανάρτηση της επικήρυξης «Περί επικηρύξεως αμοιβής διά την ανακάλυψιν πάντων των συνενόχων και συνεργών του εν Πικέρμη διαπραχθέντος κακουργήματος», 25.05.1870. Πηγή: ΕΛΙΑ / ΜΙΕΤ, Συλλογή μονόφυλλων.

 

 

Οι επτά συλληφθέντες ληστές αποκεφαλίστηκαν με λαιμητόμο στο Πεδίο του Άρεως, στις 8 Ιουνίου 1870, νωρίς το πρωί. Οι εφημερίδες που κυκλοφόρησαν στις επόμενες ημέρες περιγράφουν παραστατικά τη σκηνή.[10] Όσον αφορά την υπόλοιπη συμμορία, επτά ληστές σκοτώθηκαν στη μάχη και οι υπόλοιποι κρύβονταν στα ελληνικά βουνά, μέχρι που εντοπίστηκαν από τα στρατιωτικά αποσπάσματα και εκτελέστηκαν. Τον Σεπτέμβριο του 1870 ο Τάκος Αρβανιτάκης, στην προσπάθειά του να διαφύγει στην Τουρκία περνώντας τα ελληνοτουρκικά σύνορα, που τότε έφταναν ως τη Λαμία, έπεσε σε ενέδρα του ελληνικού στρατού και σκοτώθηκε λίγο έξω από τη Λαμία.

 

Εκείνη τη περίοδο, σύμφωνα με τις εφημερίδες, σημειώθηκαν ομαδικές αναχωρήσεις περιηγητών από την Ελλάδα και ο τουρισμός νεκρώθηκε εντελώς. Ο αντίκτυπος ήταν αρνητικός στην κοινωνική και πολιτική εικόνα της χώρας, και το μέγεθός του διαπιστώθηκε όταν έφτασαν στην Ελλάδα οι πρώτες ξένες εφημερίδες, οι οποίες σχολίαζαν το γεγονός με τα πλέον μελανά χρώματα. Στη Μεγάλη Βρετανία έγιναν συζητήσεις στη Βουλή, και στάλθηκαν δεκάδες έγγραφα που θεωρήθηκαν προσβλητικά για την ελληνική κυβέρνηση και για την Ελλάδα.[11] Γενικά, η όλη υπόθεση συνδέθηκε και με τις πολιτικές επιδιώξεις των Άγγλων, οι οποίοι ήθελαν να αποδείξουν ότι η Ελλάδα είχε ανάγκη στενότερης εξάρτησης από το αγγλικό στέμμα.[12] Είναι αξιοσημείωτο ότι, μετά την καταδίκη των ληστών, δημοσιεύτηκε στον ξένο τύπο (αγγλικό, ρωσικό και γαλλικό) ότι οι Άγγλοι ανακριτικοί υπάλληλοι είχαν επιτύχει να παρακολουθήσουν τις ανακρίσεις της ελληνικής δικαιοσύνης, γεγονός που, αν αποδεικνυόταν, θα σήμαινε κατάλυση της ανεξαρτησίας όχι μόνο της ελληνικής δικαιοσύνης, αλλά και της ίδιας της χώρας. Το αιματηρό γεγονός προκάλεσε έντονα μισελληνικά αισθήματα στη Δυτική Ευρώπη, ιδίως στην Αγγλία.

 

Την κατάσταση έσωσαν ο φιλέλληνας υπουργός Εξωτερικών Γλάδστων και οι πρεσβευτές της Ρωσίας και των ΗΠΑ, που υποστήριξαν την ελληνική κυβέρνηση. Τελικά η Ελλάδα υποχρεώθηκε να εκφράσει τη λύπη της στις κυβερνήσεις της Αγγλίας και της Ιταλίας και να καταβάλει σε καθεμία από τις οικογένειες των θυμάτων το ποσό των 22.000 λιρών. Μέσα σε αυτό το βαρύ κλίμα, η κυβέρνηση Θ. Ζαΐμη παραιτήθηκε και ο βασιλιάς Γεώργιος έδωσε εντολή στον Επαμεινώνδα Δεληγιώργη να συγκροτήσει τη νέα ελληνική κυβέρνηση.[13] Η κυβερνητική αλλαγή αποτέλεσε τον επίλογο του τραγικού γεγονότος, που έμεινε στην ιστορία ως η «Σφαγή στο Δήλεσι» και υπήρξε ένα από τα πιο θλιβερά γεγονότα της ελληνικής διπλωματικής ιστορίας.

 

 

Μαρία Αρβανιτάκη

Βιβλιοθήκη ΕΛΙΑ / ΜΙΕΤ

 

 

[1] Έγγραφα των δικηγόρων της πρωτευούσης, Αθήνα: [χ.ε.], 29.04.1870 [Μονόφυλλο].

 

[2] Απάντησις εις την επιστολήν των δικηγόρων, Αθήνα: Τυπογραφείον Μερίμνης, 30.04.1870 [Μονόφυλλο].

 

[3] Αλληλογραφία των δικηγόρων της πρωτευούσης και του Πρέσβεως της Αγγλίας κ. Έρσκιν, Αθήνα: Τυπογραφείον Μερίμνης, 06/18.05.1870 [Μονόφυλλο].

 

[4] Τ. Βουρνάς, Η σφαγή στο Δήλεσι. Αγγλοκρατία και ληστοκρατία, Αθήνα: Φυτράκης, 1976, 9–10.

 

[5] Τ. Βουρνάς, Η σφαγή στο Δήλεσι. Αγγλοκρατία και ληστοκρατία, Αθήνα: Φυτράκης, 1976, 59–60.

 

[6] Τ. Βουρνάς, Η σφαγή στο Δήλεσι. Αγγλοκρατία και ληστοκρατία, Αθήνα: Φυτράκης, 1976, 8.

 

[7] Τ. Βουρνάς, Η σφαγή στο Δήλεσι. Αγγλοκρατία και ληστοκρατία, Αθήνα: Φυτράκης, 1976, 74.

 

[8] Περί επικηρύξεως αμοιβής διά την ανακάλυψιν πάντων των συνενόχων και συνεργών του εν Πικέρμη διαπραχθέντος κακουργήματος, Αθήνα: [χ.ε.], 25.05.1870 [Μονόφυλλο].

 

[9] Τ. Βουρνάς, Η σφαγή στο Δήλεσι. Αγγλοκρατία και ληστοκρατία, Αθήνα: Φυτράκης, 1976, 77.

 

[10] Αιών, 8/9.6.1870.

 

[11] Τ. Βουρνάς, Η σφαγή στο Δήλεσι. Αγγλοκρατία και ληστοκρατία, Αθήνα: Φυτράκης, 1976, 56.

 

[12] Τ. Βουρνάς, Η σφαγή στο Δήλεσι. Αγγλοκρατία και ληστοκρατία, Αθήνα: Φυτράκης, 1976, 8.

 

[13] Τ. Βουρνάς, Η σφαγή στο Δήλεσι. Αγγλοκρατία και ληστοκρατία, Αθήνα: Φυτράκης, 1976, 86.

 

 

 

Πηγές

 

• Τ. Βουρνάς, Η σφαγή στο Δήλεσι. Αγγλοκρατία και ληστοκρατία, Αθήνα: Φυτράκης, 1976.

• Γ. Ν. Αντωνακόπουλος, Κάρολος Ογλ, ο φιλέλληνας ανταποκριτής της εφημερίδας “The Times” του Λονδίνου & η δολοφονία του στην επαναστατημένη Θεσσαλία το 1878, Βόλος: Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Θεσσαλίας, 2020.

• Έγγραφα περί της διαπραχθείσης ληστείας επί της οδού Μαραθώνος: φυλλάδιον Α΄. Υπουργείον Εξωτερικών, [Αθήνα]: Εθνικόν Τυπογραφείον, 1871.

• Π. Ε. Ιατρίδης, Η εν Ορωπώ αιχμαλωσία και η εν Δήλεσι κρεουργία τεσσάρων περιηγητών. Δράμα ιστορικόν διηρημένον εις τρεις πράξεις, Κεφαλλονιά: Τυπογραφείον «Η Κεφαλληνία», 1870.

• C. K. Tuckerman, The Greeks of Τoday, Νέα Υόρκη: G. P. Putman, 1872 [ελλ. έκδ.: Κ. Τάκερμαν, Οι Έλληνες της σήμερον, μτφρ. Α. Α. Ζυγομαλάς, Αθήνα: Τυπογραφείον της Φιλοκαλίας, 1877].

• [Δευτέρα 19 Απριλίου 1871], [χ.τ.]: [χ.ε.], 1871.

• Α. Σολωμός, Το μίσος είναι η μισή εκδίκηση, Αθήνα: Ψυχογιός, 2015.

• Κρίσεις τινές περί των εσχάτως εν Ελλάδι διαπραχθέντων φόνων υπό ληστών. Μετάφρασις της εκ του αγγλικού υπό Ιωάννου Γενναδίου υπεραπολογίας του Έθνους, Αθήνα: Εθνική Τυπογραφία, 1871.

• Έγγραφα των δικηγόρων της πρωτευούσης, Αθήνα: [χ.ε.], 29.04.1870 [Μονόφυλλο].

• Απάντησις εις την επιστολήν των δικηγόρων, Αθήνα: Τυπογραφείον Μερίμνης, 30.04.1870 [Μονόφυλλο].

• Αλληλογραφία των δικηγόρων της πρωτευούσης και του Πρέσβεως της Αγγλίας κ. Έρσκιν, Αθήνα: Τυπογραφείον Μερίμνης, 06/18.05.1870 [Μονόφυλλο].

• Περί επικηρύξεως αμοιβής διά την ανακάλυψιν πάντων των συνενόχων και συνεργών του εν Πικέρμη διαπραχθέντος κακουργήματος, Αθήνα: [χ.ε.], 25.05.1870 [Μονόφυλλο].

• Αιών, 2.4.1870, 15.4.1870, 27.4.1870, 30.4.1870, 11.5.1870, 8.6.1870.

 

 

Φωτογραφία τίτλου:

Walter Paget, «Σύλληψη Άγγλων τουριστών από Έλληνες ληστοσυμμορίτες». Πηγή: Cassell’s History of England, τ. 6: From the Death of Sir Robert Peel to the Illness of the Prince of Wales, Λονδίνο / Νέα Υόρκη / Τορόντο / Μελβούρνη 1909, 541.