Εκατόν τριάντα ένα λυτά κομματάκια χαρτί, πυκνογραμμένα στις δύο όψεις τους και συστηματικά αριθμημένα, έφερε μαζί του από την Ελ-Ντάμπα ο γλύπτης Κλέαρχος Λουκόπουλος (1906–1995). Αυτά τα υλικά μέσα μπόρεσε να εξασφαλίσει και αυτά χρησιμοποίησε για να «κλειδώσει» τη μνήμη με λέξεις στη διάρκεια της κράτησής του στο βρετανικό «381 Στρατόπεδο Αιχμαλώτων Πολέμου». Βιώματα, σκέψεις, αναδρομές και ερωτήματα, πρόσωπα και γεγονότα, όλα όσα καθόρισαν τη ζωή του στο πρώτο τρίμηνο του 1945 και τη συνέδεσαν με τις τύχες των 8.000 περίπου κρατουμένων που μεταφέρθηκαν στην Ελ-Ντάμπα τις μέρες της «μάχης της Αθήνας», αποτυπώνονταν μέρα τη μέρα στο χαρτί.
Χάρη στην απόφαση που πήρε ο γιος του καλλιτέχνη να αναθέσει την έκδοση στο ΜΙΕΤ, το ημερολόγιο γίνεται πλέον ορατό στη δημόσια σφαίρα και εντάσσεται στην ευρύτερη συζήτηση για την ιστορία και την ιστοριογραφία του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, των Δεκεμβριανών και της εμφύλιας σύγκρουσης στην Ελλάδα. Ψηφίδα πολύτιμη στην ιστορική έρευνα, η μαρτυρία αυτή διαβάζεται σε πολλαπλά επίπεδα: Πρόκειται κατ’ αρχάς για έναν «εσωτερικό διάλογο με τον εαυτό» που αφήνει να διαφανούν οι ευαισθησίες ενός πνευματικού ανθρώπου μπροστά στις έκτακτες συνθήκες. Σε ένα δεύτερο επίπεδο αποτελεί μια ζωντανή καταγραφή της ανθρώπινης εμπειρίας μέσα στο στρατόπεδο κράτησης. Το σημαντικότερο όμως είναι ότι ανασύρει από τη λήθη και αποκαθιστά στη συλλογική συνείδηση ένα κρίσιμο ιστορικό γεγονός, αναδεικνύοντας τη συνάφεια του προσωπικού βιώματος με την κοινή ιστορική μοίρα.
Ο γλύπτης Κλέαρχος Λουκόπουλος γεννήθηκε στο Θέρμο της Αιτωλίας το 1906 και πέθανε στην Αθήνα το 1995. Δεύτερο παιδί του γνωστού λαογράφου Δημήτριου Λουκόπουλου, πήρε τα πρώτα μαθήματα ζωγραφικής στην εφηβεία του από τον Κωνσταντίνο Μαλέα. Τελείωσε το γυμνάσιο στο Αγρίνιο και στη συνέχεια, όταν η οικογένεια εγκαταστάθηκε στην Αθήνα το 1924, γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, χωρίς να ολοκληρώσει τις σπουδές του.
Από νεαρή ηλικία ασχολήθηκε με τη λογοτεχνία, τη μουσική και τα εικαστικά. Το 1932 πήγε στην Ελβετία για θεραπεία από τη φυματίωση και στη συνέχεια ταξίδεψε στη Ζυρίχη, το Βερολίνο και το Παρίσι. Στα χρόνια 1936–1938 παρακολούθησε μαθήματα σχεδίου στο εργαστήριο ζωγραφικής Στύλου-Βυζαντίου. Συνδέθηκε στενά με τον «μεγάλο δάσκαλο της Κατοχής», τον Θανάση Απάρτη, καθώς και με τους Διαμαντή Διαμαντόπουλο, Χρήστο Καπράλο, Δημήτρη Πικιώνη και Γιάννη Τσαρούχη. Συμμετείχε στην Ένωση «Ελεύθεροι Καλλιτέχναι» και αργότερα υπήρξε ιδρυτικό μέλος της ομάδας Αρμός. Το έργο του παρουσιάστηκε σε ατομικές και ομαδικές εκθέσεις, στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
Τον Δεκέμβρη του 1944 συνελήφθη, μαζί με χιλιάδες άλλους πολίτες της Αθήνας και του Πειραιά, και εκτοπίστηκε στο βρετανικό στρατόπεδο Ελ-Ντάμπα, όπου παρέμεινε από τις 5 Ιανουαρίου μέχρι τις 21 Μαρτίου 1945. Καρπός της τραυματικής αυτής εμπειρίας είναι το ημερολόγιο που βρέθηκε στα κατάλοιπά του και δημοσιεύεται τώρα για πρώτη φορά στη σειρά της Αρχειοθήκης.