Διεύθυνση: Αιόλου 86, πλατεία Κοτζιά
Έτη λειτουργίας: 1840(;)–1875(;)
Ιδιοκτήτης-Διευθυντής: Φραγκίσκος Φεράλδης
Διευθυντές: Ηλίας Πολυχρονόπουλος, Γιάννης Αδαμαντόπουλος
Στη θέση του κεντρικού κτιρίου της Εθνικής Τράπεζας, επί της οδού Αιόλου, υπήρχαν κατά τον 19ο αιώνα δύο χωριστά διώροφα κτίρια, χτισμένα στη δεκαετία του 1840.
Αριστερά, στη γωνία της οδού Αιόλου με την οδό Τυπογραφείου (μετέπειτα Ευριπίδου και σήμερα Γεωργίου Σταύρου) και μπροστά ακριβώς από την πλατεία του Λαού (σημερινή Κοτζιά), χτίστηκε το 1837 μια διώροφη κατοικία από τον καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών και μέτοχο της Εθνικής Τράπεζας Κυριάκο ∆ομνάνδο. Η οικία Δομνάνδου αγοράστηκε το 1845 από τον Γεώργιο Σταύρο και στέγασε το πρώτο τραπεζικό κατάστημα της απελευθερωμένης Ελλάδας.
Δεξιά βρισκόταν η ενδεχομένως μεγαλύτερη ως τότε ιδιωτική κατοικία, η οικία Ταμβακοπούλου, που το 1839 την αγόρασε ο Γάλλος επιχειρηματίας Φραγκίσκος Φεράλδης.[1] Ο Φραγκίσκος Φεράλδης ήταν εκείνος που ανέλαβε να φωτίσει την πόλη με αέριο και να κατασκευάσει τον ατμοκίνητο σιδηρόδρομο Αθηνών–Πειραιώς. Με το φωτισμό υπήρξε πιο τυχερός, καθώς το δίκτυο των φαναριών γκαζιού ήταν μικρό, αλλά με το σιδηρόδρομο δεν κατάφερε τίποτα, με αποτέλεσμα να κηρυχθεί έκπτωτος από το διαγωνισμό δημοσίων έργων.
Τελικά ο Φεράλδης μετέτρεψε την οικία Ταμβακοπούλου σε πολυτελές ξενοδοχείο, με την επωνυμία «Ξενοδοχείον της Αγγλίας», το οποίο διαφημιζόταν το 1844 ως το μεγαλύτερο και καλύτερο της Αθήνας.
Το κτίριο του ξενοδοχείου ήταν μια «πελώριος διώροφος οικία επιβλητικού εξωτερικού, ήτις ένεκα των αμειλίκτων όρων της μεταξύ αυτών συγκρίσεως προσέδιδε εις την Εθνικήν Τράπεζαν την εντύπωσιν καλύβης».[2] Στο «Ξενοδοχείο της Αγγλίας» σύχναζαν οι διπλωμάτες, οι επίσημοι ξένοι και οι κοσμικοί Αθηναίοι. Μπορούσες να μείνεις με 5–6 δραχμές την ημέρα (δωμάτιο και διατροφή, χωρίς όμως κρασί, που ήταν πολύ ακριβό στα αθηναϊκά ξενοδοχεία). Εφημερίδα της εποχής έγραφε για το συγκεκριμένο ξενοδοχείο: «Το μεγαλοπρεπές τούτο κατάστημα, οικοδομηθέν επίτηδες διά ξενοδοχείον και ευπρεπισθέν διά νέων και πολυτελών επίπλων, σύγκειται εξ 70 δωματίων, των πλείστων μεσημβρινών. Μαγειρική αρίστη. Υπηρεσία καλώς οργανωμένη. Τιμαί μετριώταται. Εν τω καταστήματι ευρίσκονται διερμηνείς λαλούντες ευρωπαϊκάς γλώσσας».[3]
Ο Εντμόν Αμπού γράφει σχετικά: «Το ξενοδοχείο της “Ανατολής” και το ξενοδοχείο της “Αγγλίας” είναι δύο μεγάλα κτίρια, σε μικρή απόσταση το ένα από το άλλο, στην οδό Αιόλου, αντίκρυ από το υπόστεγο των κανονιών. Ο ταξιδιώτης, ανοίγοντας το παράθυρό του, μπορεί να δει τα δώδεκα μικρά κανόνια που αποτελούν το πυροβολικό του ελληνικού βασιλείου. Τα δύο ξενοδοχεία ανήκαν, πέρυσι, στους ίδιους ιδιοκτήτες. Εξυπηρετούσαν τους ταξιδιώτες λιγότερο καλά από τον Δημήτρη.[4] Αλλά ήταν επίσης λιγότερο ακριβά. Ένας καλλιτέχνης που θέλει να μείνει στην Αθήνα περισσότερο από ένα μήνα μπορεί να φιλοξενηθεί και να τραφεί στο ξενοδοχείο της “Αγγλίας” με πέντε ή έξι φράγκα την ημέρα».[5]
Το «Ξενοδοχείον της Αγγλίας»προκάλεσε έκπληξη το 1846 στον πρίγκιπα της Πρωσίας Αλβέρτο και στις 25 Μαΐου 1847 στον νέο πρέσβη της Βαυαρίας, που κατέλυσαν σε αυτό.
O Μπάμπης Άννινος μας πληροφορεί ότι οι Ντυκάν και Φλωμπέρ, κατά την επίσκεψή τους στην Αθήνα το 1850, «κατέλυσαν εις το μόνον σχετικώς τότε ευπρόσωπον ξενοδοχείον, το της Αγγλίας, κείμενον εις την οδόν Αιόλου, παραπλεύρως του αρχικού ταπεινού κτιρίου της Εθνικής Τραπέζης»,[6] ενώ ο ίδιος ο Ντυκάν αναφέρει το εξής: «Ευρισκόμεθα εγκατεστημένοι από μιας μόλις ώρας εις το ξενοδοχείον της Αγγλίας, ότε εις των θαλαμηπόλων προσελθών μας ανήγγειλεν ότι ο κύριος συνταγματάρχης Τουρέ[7] ήλθεν για να μας συναντήσει […] Ο Τουρέ και ο Μοράνδι ήρχοντο ενίοτε και συνεμερίζοντο το γεύμα μας εν τω ξενοδοχείω της Αγγλίας, η συνδιάλεξις δε μεταξύ μας παρετείνετο πολλάκις μέχρι του μεσονυκτίου».[8]
Ο Θεόφιλος Γκωτιέ, που κατέλυσε στο «Ξενοδοχείον της Αγγλίας» το 1852, γράφει χαρακτηριστικά: «Άφησα να φύγουν οι πιο βιαστικοί, μιας κι εγώ είχα κλείσει δωμάτιο στο ξενοδοχείο της “Αγγλίας”, , που το διηύθηναν ο Ηλίας Πολυχρονόπουλος και ο Γιάννης Αδαμαντόπουλος, δυο παλικάρια ντυμένα με υπέροχες ελληνικές φορεσιές, που διατηρούν πράκτορα, ντυμένο με την ίδια γραφικότητα, στο πλοίο που εκτελεί το δρομολόγιο της Σύρας […]. Η άμαξα σταμάτησε μπροστά στο ξενοδοχείο της “Αγγλίας”, , με τη φαρδιά άσπρη πρόσοψη, που βλέπει σε μια πλατεία. Εκεί είναι εγκατεστημένος, κάτω από ένα υπόστεγο, ένας όρχος του πυροβολικού, που τον φρουρούν μερικοί στρατιώτες με φουστανέλα, περικνημίδες και γαλάζια γιλέκα κεντημένα με άσπρα σιρίτια, κατακάθαροι και πολύ γραφικοί […]».[9]
Το 1855 το κτίριο του ξενοδοχείου αγοράστηκε κι αυτό από την Εθνική Τράπεζα, ως συνέπεια της επέκτασης των εργασιών της. Το ξενοδοχείο λειτούργησε ως το 1875. Τα δύο γειτονικά κτίρια διέθεταν τον ίδιο αριθμό ορόφων και το ίδιο ύψος, οπότε το 1899–1900 ενοποιήθηκαν με σχετική ευκολία, προκειμένου να αποτελέσουν, πλήρως ανακαινισμένα και με νέα εξωτερική διαμόρφωση σε νεοκλασικό ύφος, το ενιαίο μέγαρο της Εθνικής Τράπεζας, που το βλέπουμε και σήμερα στην πλατεία Κοτζιά.
Σημειώσεις
[1] François Théophile Laurent Feraldi, 1805–1888. Από τη Μασσαλία.
[2] Ε. Σ. Λυκούδης, «Το κατάστημα της Εθν. Τραπέζης αμυνόμενον φρούριον (20 Ιουνίου 1863)», Επιφυλλίδες. Επιστήμαι – Τέχναι – Ιστορία 1/8 (1926), 23–40, εδώ: 23.
[3] Θ. Σιταράς, Η παλιά Αθήνα ζει, γλεντά, γεύεται, 1834–1838. Ένα κιμπάρικο ανάγνωσμα για μερακλήδες αναγνώστες, Αθήνα: Ωκεανίδα, 2011, 63.
[4] Πρόκειται για τον ιδιοκτήτη του «Ξενοδοχείου των Ξένων» στο Σύνταγμα.
[5] Ε. Αμπού, Η Ελλάδα του Όθωνος. Η σύγχρονη Ελλάδα 1854, μτφρ. Α. Σπήλιος, πρόλ. Τ. Βουρνάς, Αθήνα: Αφοί Τολίδη, [1972], 261–262.
[6] Μ. Άννινος, Αι Αθήναι του 1850. Εντυπώσεις δύο Γάλλων περιηγητών, Αθήνα: Γαλαξίας, 1971, 37.
[7] Σε αυτό το ξενοδοχείο ο Ντυκάν και ο Φλωμπέρ συνάντησαν για πρώτη φορά τον φιλέλληνα συμπατριώτη τους συνταγματάρχη Τουρέ, που ζούσε τότε στην Αθήνα.
[8] Άννινος, ό.π. [σημ. 6], 60, 72.
[9] Τρεις Γάλλοι ρομαντικοί στην Ελλάδα. Λαμαρτίνος – Νερβάλ – Γκωτιέ, μτφρ. Β. Μέντζου, πρόλ. Π. Μουλλάς, Αθήνα: Ολκός, 1990, 145, 150.
Πηγές
• Χ. Θ. , Η οδός Αιόλου. Ένας απ’ τους παλιότερους δρόμους της Αθήνας, Αθήνα: [χ.ό.], 1998.
• Ε. Αμπού, Η Ελλάδα του Όθωνος. Η σύγχρονη Ελλάδα 1854, μτφρ. Α. Σπήλιος, πρόλ. Τ. Βουρνάς, Αθήνα: Αφοί Τολίδη, [1972].
• Α. Σκουμπουρδή, Αθήνα. Μια πόλη μαγική, [Αθήνα]: Ι. Σιδέρης, 2004.
• Μ. Άννινος, Αι Αθήναι του 1850. Εντυπώσεις δύο Γάλλων περιηγητών, Αθήνα: Γαλαξίας, 1971.
• Καθημερινή, Επτά Ημέρες, 8.10.2000.
• Ν. Γ. Λέκκας, Η ξενοδοχία παρ’ Έλλησιν. Από των αρχαιοτάτων μέχρι των καθ’ ημάς χρόνων, Αθήνα: Υπουργείον Εθνικής Οικονομίας. Υπηρεσία Ξένων και Εκθέσεων, 1924.
• Κ. Η. Μπίρης, Αι Αθήναι από του 19ου εις τον 20όν αιώνα, Αθήνα: Μέλισσα, 2005.
• Θ. Σιταράς, Η παλιά Αθήνα ζει, γλεντά, γεύεται, 1834–1838. Ένα κιμπάρικο ανάγνωσμα για μερακλήδες αναγνώστες, Αθήνα: Ωκεανίδα, 2011.
• Τρεις Γάλλοι ρομαντικοί στην Ελλάδα. Λαμαρτίνος – Νερβάλ – Γκωτιέ, μτφρ. Β. Μέντζου, πρόλ. Π. Μουλλάς, Αθήνα: Ολκός, 1990.
• Φ. Κωνσταντίνου / Α. Τσίργιαλου / Χ. Δεπόλλα (επιμ.), Αθήνα. Μεταμορφώσεις του αστικού τοπίου. Από τη Νεοελληνική Ιστορική Συλλογή Κωνσταντίνου Τρίπου, Αθήνα: Μουσείο Μπενάκη, 2009
• Ε. Ε. Παπανδρέου, «Κτήρια ξενοδοχείων στην Αθήνα, τον Πειραιά και τα προάστια από την οθωνική περίοδο έως και τις τρεις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα», διδ. διατρ., Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, 2010.
• Θ. Σιταράς, «Η παλιά Αιόλου με τα μεγαλεία της και τα ξενοδοχεία της»: https://www.protothema.gr/stories/article/518871/i-palia-aiolou-me-ta-megaleia-tis-kai-ta-xenodoheia-tis/