Η Κωνσταντινούπολη υπήρξε μια πόλη μοναδική στο πέρασμα των αιώνων. Για τους Έλληνες και τον ελληνισμό ήταν η “Πόλη”, όχι μόνον επειδή ήταν η μεγαλύτερη σε πληθυσμό πόλη του Μεσαίωνα, αλλά επειδή γι’ αυτούς ήταν και “η ομορφότερη πόλη στον κόσμο”, όπως αναφέρει ένας από τους πρωταγωνιστές της ταινίας που πριν από μερικά χρόνια βγήκε στους κινηματογράφους. Πέρα όμως από το βυζαντινό παρελθόν της Πόλης, τα έντονα συναισθήματα που διεγείρουν σε όλους μας τα επιβλητικά βυζαντινά τείχη που προβάλλουν σε κάθε σημείο της Πόλης, τα πολλά εναπομείναντα ερείπια των εντυπωσιακών δημόσιων βυζαντινών οικοδομημάτων, οι λιγοστές χριστιανικές ορθόδοξες εκκλησίες, που δεν μετατράπηκαν σε οθωμανικά τεμένη και το Οικουμενικό Πατριαρχείο, η Κωνσταντινούπολη αποτέλεσε αναμφίβολα πόλο έλξης και για τους ξένους. Και εδώ δεν χρειάζεται να επικαλεστεί κανείς μόνον τις πολλές πολιορκίες από εχθρούς που επιβουλεύονταν την αυτοκρατορία στη μακραίωνη ιστορία της. Είναι και χιλιάδες απλοί επισκέπτες και περιηγητές για τους οποίους η Κωνσταντινούπολη “των Δύο Ηπείρων και των Τριών Θαλασσών” αποτελούσε πόλο έλξης ανά τους αιώνες.
Ένας από αυτούς υπήρξε και ο Τ. Wild, ένας Άγγλος περιηγητής και τυχοδιώκτης ο οποίος στο πλαίσιο της επιχειρηματικής του δράσης και των κατασκοπευτικών υπηρεσιών που προσέφερε στη Βασίλισσα της Αγγλίας, επισκέφτηκε την Κωνσταντινούπολη στις αρχές του προηγούμενου αιώνα. Χρειάστηκε όμως περισσότερο από ένας ακόμη αιώνας για να έρθουν στο φως οι περισσότερες φωτογραφίες που τράβηξε σε εκείνο το ταξίδι του από την Κωνσταντινούπολη. Πρόκειται για εξαιρετικές αισθητικά όψεις και αποτυπώσεις των τοπίων και της καθημερινής ζωής μιας πολύβουης όσο και πολυπολιτισμικής πρωτεύουσας μέσα από τας μάτια ενός ξένου επισκέπτη δίχως το συναισθηματικό φορτίο που φέρει ένας Έλληνας. Έτσι, δίπλα στο βυζαντινό μεγαλείο, βλέπει κανείς μια πόλη που σφύζει από ζωή, άρρηκτα συνδεδεμένη με το εμπόριο και τη θάλασσα καθώς πλημμυρίζεται από τα νερά του Μαρμαρά, του Βοσπόρου και του Κεράτιου Κόλπου.
Αυτή η έκδοση, που αποθανατίζει μια διαφορετική όψη και πτυχή του μεγαλείου της αλλοτινής Βασιλεύουσας, δεν θα μπορούσε ασφαλώς να απευθύνεται μόνο στο ελληνικό κοινό. Για το λόγο αυτό θεωρήθηκε σκόπιμο να κυκλοφορήσει δίγλωσση, στα ελληνικά και στα γαλλικά, καθώς τα γαλλικά ήταν η γλώσσα που άκουγε κανείς στους δρόμους, τα λιμάνια και τις αγορές της Πόλης, πέρα από τα τουρκικά και τα ελληνικά. Στο εγχείρημα αυτό πολύτιμη υπήρξε η συνδρομή του συγγραφέα Jean – Francois Perouse, μόνιμου κάτοικου της Κωνστανστινούπολης για πολλά χρόνια, ο οποίος ανέλαβε τη συγγραφή και επιμέλεια των συνοδευτικών κειμένων των φωτογραφιών του λευκώματος. Πολύτιμη υπήρξε επίσης η συνδρομή του αγαπητού φίλου και συνεργάτη του Μουσείου Χάρη Γιακουμή, ο οποίος μαζί με τη συνάδελφό του Lucie Bonato έχουν επιμεληθεί και σχεδιάσει τη γαλλική έκδοση. Τους ευχαριστώ θερμά από καρδιάς όπως και όλους όσους συνέβαλαν, ο καθένας με τον δικό του τρόπο, ώστε να ολοκληρωθεί ο ανά χείρας τόμος. Τέλος, ευχαριστώ θερμά τον δήμαρχο Καλαμαριάς κ. Θεοδόσιο Μπακογλίδη, το Δημοτικό Συμβούλιο καθώς και το Διοικητικό Συμβούλιο του Μουσείου μας που υποδέχτηκαν με θέρμη και αυτό το εκδοτικό μας εγχείρημα το οποίο είμαι βέβαιος ότι θα αποτελέσει αφετηρία για ένα ρομαντικό όσο και νοσταλγικό ταξίδι στο παρελθόν.
(Χρήστος Καλεμκερής, πρόεδρος του Μουσείου, από τον πρόλογο)